8:18 AM

107 - Κύριε, ἐδοκίμασάς με, καὶ ἔγνως με





ΨΑΛΜΟΣ 138 (Μασ. 139)

Ες τ τέλος· τ Δαυΐδ, ψαλμς Ζαχαρίου ν τ διασπορ.
Ψαλ. 138,1             Κύριε, δοκίμασάς με, κα γνως με·
Ψαλ. 138,1                  Κυριε, με εδοκίμασες, με εγνώρισες και έμαθες ποιός είμαι.
Ψαλ. 138,2             σ γνως τν καθέδραν μου κα τν γερσίν μου, σ συνκας τος διαλογισμούς μου π μακρόθεν·
Ψαλ. 138,2                  Συ με εγνωρισες καλά και όταν αναπαύωμαι και όταν εγείρωμαι. Ολη η πορεία της ζωής μου κατά την ημέραν και κατά την νύκτα σου είναι γνωστή. Συ κατανοείς καλώς τους διαλογισμούς μου από μακράν, πριν ακόμη συλληφθούν εις την διάνοιάν μου.

Ψαλ. 138,3             τν τρίβον μου κα τν σχονόν μου ξιχνίασας κα πάσας τς δούς μου προεδες,
Ψαλ. 138,3                  Ολόκληρον τον δρόμον της ζωής μου, όσον διήνυσα μέχρι σήμερα και όσος υπολείπεται ακόμη συ τον γνωρίζεις μέχρι και των παραμικροτέρων λεπτομερειών. Ολας τας πορείας μου εκ των προτέρων γνωρίζεις, Κυριε.
Ψαλ. 138,4             τι οκ στι δόλος ν γλώσσ μου.
Ψαλ. 138,4                  Και γνωρίζεις, ότι δεν υπάρχει δολιότης εις την γλώσσαν μου.
Ψαλ. 138,5             δού, Κύριε, σ γνως πάντα, τ σχατα κα τ ρχαα· σ πλασάς με κα θηκας π᾿ μ τν χερά σου.
Ψαλ. 138,5                  Ιδού, Κυριε, συ ως παντογνώστης εγνώρισες όλα, τα πρόσφατα και τα αρχαία. Συ με επλασες και με έθεσες κάτω από το προστατευτικόν σου χέρι.
Ψαλ. 138,6             θαυμαστώθη γνσίς σου ξ μο· κραταιώθη, ο μ δύνωμαι πρς ατήν.
Ψαλ. 138,6                  Γεμάτος θαυμασμόν μένω εμπρός εις την ακριβεστάτην γνώσιν, την οποίαν έχεις περί εμού. Είναι άφθαστος και ασύγκριτος, αδύνατον να την συλλάβω με τας ασθενείς διανοητικάς δυνάμεις μου.
Ψαλ. 138,7             πο πορευθ π το πνεύματός σου κα π το προσώπου σου πο φύγω;
Ψαλ. 138,7                  Που είναι δυνατόν να πορευθώ, ώστε να είμαι μακράν από το Πνεύμά σου; Και που να καταφύγω, ώστε να μη ευρίσκωμαι κάτω από το ιδικόν σου βλέμμα;
Ψαλ. 138,8             ἐὰν ναβ ες τν ορανόν, σ κε ε, ἐὰν καταβ ες τν δην, πάρει·
Ψαλ. 138,8                  Εάν αναβώ στον ουρανόν, συ υπάρχεις εκεί. Εάν καταβώ στον άδην, συ παρευρίσκεσαι εκεί.
Ψαλ. 138,9             ἐὰν ναλάβοιμι τς πτέρυγάς μου κατ᾿ ρθρον κα κατασκηνώσω ες τ σχατα τς θαλάσσης,
Ψαλ. 138,9                  Εάν αποκτήσω πτέρυγας και κατά τα χαράματα με αυτάς πετάξω πριν ανατείλη ο ήλιος, και κατασκηνώσω εις τα άκρα της ξηράς και της θαλάσσης, εκεί όπου δύει ο ήλιος, εκεί συ υπάρχεις.
Ψαλ. 138,10           κα γρ κε χείρ σου δηγήσει με, κα καθέξει με δεξιά σου.
Ψαλ. 138,10                Και το στοργικό σου χέρι θα με καθοδηγήση και η παντοδύναμος δεξιά σου θα με κρατήση και θα με υποστηρίξη.
Ψαλ. 138,11           κα επα· ρα σκότος καταπατήσει με, κα νξ φωτισμς ν τ τρυφ μου·
Ψαλ. 138,11                Εάν είπω· ας έλθη λοιπόν σκοτάδι να με περιβάλη από όλα τα σημεία και να με σκεπάση και η σκοτεινή νυξ ας υποκαταστήση τον φωτισμόν της ημέρας, ώστε να διέρχωμαι αθέατος εν τρυφή τας ώρας της ζωής μου, θα πλανηθώ.
Ψαλ. 138,12           τι σκότος ο σκοτισθήσεται π σο, κα νξ ς μέρα φωτισθήσεται· ς τ σκότος ατς, οτως κα τ φς ατς.
Ψαλ. 138,12                Διότι το σκότος δεν είναι δια σε σκοτάδι, και η νύκτα είναι ενώπιόν σου φωτισμένη, όπως η ημέρα. Το σκότος της νυκτός είναι όπως το φως της ημέρας. Ολα ολόφωτα και καθαρά είναι ενώπιόν σου.
Ψαλ. 138,13           τι σ κτήσω τος νεφρούς μου, Κύριε, ντελάβου μου κ γαστρς μητρός μου.
Ψαλ. 138,13                Διότι συ, Κυριε, έχεις ως κτήμά σου και γνωρίζεις πολύ καλά τους νεφρούς μου, όλον δηλαδή τον εσωτερικόν μου κόσμον. Συ με ανέλαβες υπό την προστασίαν σου από τότε, που ήμην έμβρυον εις την κοιλίαν της μητρός μου.
Ψαλ. 138,14           ξομολογήσομαί σοι, τι φοβερς θαυμαστώθης· θαυμάσια τ ργα σου, κα ψυχή μου γινώσκει σφόδρα.
Ψαλ. 138,14                Θα σε δοξολογώ, λοιπόν, με ευγνωμοσύνην, διότι και εις αυτό το σημείον εδείχθης αξιοθαύμαστος, ώστε να προκαλής κατάπληξιν και φόβον. Θαυμαστά είναι τα έργα σου, Κυριε, και εγώ τα γνωρίζω καλά, πάρα πολύ καλά από προσωπικήν μου πείραν.
Ψαλ. 138,15           οκ κρύβη τ στον μου π σο, ποίησας ν κρυφ, κα πόστασίς μου ν τος κατωτάτοις τς γς·
Ψαλ. 138,15                Δεν έμεινε κρυπτός και άγνωστος εις σε ο σχηματισμός των οστέων μου, τα οποία διεμορφώνοντο αφανώς εις την κοιλίαν της μητρός μου. Δεν έμεινεν άγνωστος και αφανής εις σε η αρχική μου υπόστασις, όταν εν τη κοιλία της μητρός μου, ως εις τα κατώτατα της γης διεμορφώνετο.
Ψαλ. 138,16           τ κατέργαστόν μου εδον ο φθαλμοί σου, κα π τ βιβλίον σου πάντες γραφήσονται· μέρας πλασθήσονται κα οθες ν ατος.
Ψαλ. 138,16                Το άπλαστον και αδιαμόρφωτον εις την κοιλίαν της μητρός μου έμβρυον, το είδαν οι οφθαλμοί σου και στο βιβλίον σου είναι γραμμένοι όλοι οι άνθρωποι. Υπό το ιδικόν σου βλέμμα θα διαπλασθούν ημέραν με την ημέραν ως έμβρυα και θα μεγαλώσουν, και ούτε ένας από αυτούς δεν θα αγνοηθή από σέ.
Ψαλ. 138,17           μο δ λίαν τιμήθησαν ο φίλοι σου, Θεός, λίαν κραταιώθησαν α ρχα ατν·
Ψαλ. 138,17                Πολύτιμοι μου είναι οι φίλοι σου, ω Θεέ. Η αρχή και η πορεία της ζωής των και εν γένει η δύναμίς των, κάτω από το προστατευτικό σου χέρι, υπήρξαν εξόχως ισχυραί και σταθεροί.
Ψαλ. 138,18           ξαριθμήσομαι ατούς, κα πρ μμον πληθυνθήσονται· ξηγέρθην κα τι εμ μετ σο.
Ψαλ. 138,18                Προσπαθώ να τους καταμετρήσω, αλλά έχουν πληθυνθή και αυξηθή περισσότερον από την άμμον. Κοιμάμαι με τας ιεράς αυτάς σκέψεις των θαυμασίων σου. Σηκώνομαι το πρωϊ και πάλιν είμαι μαζή σου, έχων εις σε νουν και καρδίαν εστραμμένα.
Ψαλ. 138,19           ἐὰν ποκτείνς μαρτωλούς, Θεός, νδρες αμάτων, κκλίνατε π᾿ μο,
Ψαλ. 138,19                Εάν εθανάτωνες τους ασεβείς και αμετανοήτους αμαρτωλούς, έργον δικαιοσύνης θα έπραττες, Κυριε. Ανδρες ασεβείς, άνδρες αιμοβόροι, απομακρυνθήτε και φύγετε από κοντά μου.
Ψαλ. 138,20           τι ρισταί στε ες διαλογισμούς· λήψονται ες ματαιότητα τς πόλεις σου.
Ψαλ. 138,20                Διότι είσθε εριστικοί και πάντοτε σκέπτεσθε φιλονεικίας και μάχας. Ματαίως θα καταλάβουν τας ιδικάς σου πόλεις, Κυριε, διότι από αυτάς θα εκδιωχθούν με την ιδικήν σου δύναμιν.
Ψαλ. 138,21           οχ τος μισοντάς σε, Κύριε, μίσησα κα π τος χθρούς σου ξετηκόμην;
Ψαλ. 138,21                Εγώ, Κυριε, δεν εμίσησα αυτούς τους ασεβείς, οι οποίοι σε μισούν και δεν έλυωσα ωσάν κερί εξ αιτίας της αηδίας και αποστροφής μου προς τους εχθρούς σου;
Ψαλ. 138,22           τέλειον μσος μίσουν ατούς, ες χθρος γένοντό μοι.
Ψαλ. 138,22                Με όλην μου την καρδιά και την ψυχήν τους εμίσησα και εκείνοι έγιναν εχθροί μου.
Ψαλ. 138,23           δοκίμασόν με, Θεός, κα γνθι τν καρδίαν μου, τασόν με κα γνθι τς τρίβους μου.
Ψαλ. 138,23                Δοκίμασέ με, Κυριε, και μάθε καλά την καρδιά μου. Εξέτασε και μάθε τον τρόπον της ζωής μου.
Ψαλ. 138,24           κα δε ε δς νομίας ν μοί, κα δήγησόν με ν δ αωνί.
Ψαλ. 138,24                Και ίδε αν υπάρχη οδός παρανομίας εις εμέ. Εάν, δηλαδή, δεν έζησα, όπως συ θέλεις. Οδήγησέ με, Κυριε, μέχρι τέλους εις την οδόν της αιωνιότητας.


Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 comments :

Post a Comment

 
eXTReMe Tracker

Category 3

[Valid Atom 1.0]

ΣΧΟΛΙΑ

TRANSLATE


RECENT POSTS

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Followers

| ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ © 2009. All Rights Reserved | Template Style by My Blogger Tricks .com | Design by Brian Gardner | Back To Top |