5:44 AM

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9




ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9

Ενότητες

Το νόημα των σύγχρονων «μεταθανάτιων» εμπειριών. Τι «αποδεικνύουν» οι σύγχρονες μεταθανάτιες εμπειρίες

Η σύνδεση με τον αποκρυφισμό

Η αποκρυφιστικη διδασκαλία των σύγχρονων ερευνητών

Το μηνυμα των σύγχρονων «μεταθανάτιων» εμπειριών

Η Χριστιανικη στάση απέναντι στο θανατο

Σύνοψη της Ορθόδοξης διδασκαλίας περί της πορείας της ψυχής μετά το θάνατο

Το νόημα των σύγχρονων «μεταθανάτιων» εμπειριών Τι «αποδεικνύουν» οι σύγχρονες μεταθανάτιες εμπειρίες;

«Εάν δεν ακούνε τον Μυϋσήν και τους προφήτας, δεν θα πεισθούν και αν ακόμη αναστηθεί κάποιος από τους νεκρούς» (Κατά Λουκάν)

Όπως έχουμε δεί μέχρι τώρα οι «μεταθανάτιες» και «εξωσωματικές» εμπειρίες, που τόσο πολύ συζητιούνται σήμερα, είναι διαφορετικές από τις γνήσιες υπερκόσμιες εμπειρίες που έχουν βιώσει κατά τη διάρκεια των αιώνων

οι ευαρεστούντες το Θεό άνθρωποι. Επιπροσθέτως, οι σύγχρονες εμπειρίες έχουν τόσο πολύ υπερτονιστεί και γίνει «της μόδας» όχι επειδή είναι πράγματι «νέες» - υπήρχαν ολόκληρες συλλογές παρόμοιων εμπειριών στην

Ευρώπη και την Αμερική του 19ου αιώνα – ούτε κατ’ ανάγκην επειδή εκδηλώνονται με μεγαλύτερη συχνότητα τα τελευταία χρόνια, αλλά κυρίως επειδή η κοινή γνώμη στο δυτικό κόσμο, και ειδικά στην Αμερική, είναι

«έτοιμη» γι’ αυτές. Το ενδιαφέρον του κόσμου φαίνεται να αποτελεί  τμήμα μίας ευρείας αντίδρασης κατά του υλισμού και της απιστίας του 20ου αιώνα, μία ένδειξη ενός περισσότερο εκτεταμένου ενδιαφέροντος για τη

θρησκεία. Αμέσως παρακάτω, θα εξετάσουμε τη σημασία αυτής της αναζωπύρωσης του «θρησκευτικού» ενδιαφέροντος.

Αξίζει όμως να αναφέρουμε για άλλη μία φορά το τι «αποδεικνύουν» αυτές οι εμπειρίες όσον αφορά την αλήθεια της θρησκείας. Οι περισσότεροι ερευνητές φαίνεται να συμφωνούν με τον Δρα Μούντυ στο ότι οι εν λόγω

εμπειρίες δεν επιβεβαιώνουν την «καθιερωμένη» Χριστιανική άποψη για τον παράδεισο, ακόμα και οι εμπειρίες αυτών που νομίζουν ότι είδαν τον παράδεισο δεν ευσταθούν συγκρινόμενες με τις αυθεντικές οράσεις

παραδείσου του παρελθόντος, ακόμα και οι εμπειρίες της κόλασης αποτελούν πιο πολύ «νύξεις» παρά οποιοδήποτε είδος απόδειξης για την πραγματική ύπαρξη της κόλασης.

Θα πρέπει λοιπόν να χαρακτηριστεί υπερβολική η δήλωση της Δρος Κιούμπλερ – Ρος στον πρόλογο του βιβλίου του Δρος Μούντυ ότι η σύγχρονη έρευνα πάνω στις «μεταθανάτιες» εμπειρίες «θα επιβεβαιώσει αυτό που

έχουμε διδαχθεί εδώ και δυό χιλιάδες χρόνια, ότι υπάρχει ζωή μετά το θάνατο», και θα μας βοηθήσει «να γνωρίσουμε, παρά να πιστέψουμε» τη ζωή αυτή. Στην πραγματικότητα, οι «μεταθανάτιες» εμπειρίες μπορούν να

θεωρηθούν ότι δεν «αποδεικνύουν» τίποτε περισσότερο από την απλή επιβίωση της ανθρώπινης ψυχής έξω από το σώμα και την απλή ύπαρξη μίας μη υλικής πραγματικότητας, μην παρέχοντας ωστόσο καμιά απολύτως

πληροφορία για την περαιτέρω κατάσταση ή ακόμα και την ύπαρξη της ψυχής στα πρώτα λίγα λεπτά μετά το «θάνατο», ούτε και για τη θεμελιώδη φύση του μη υλικού κόσμου. Από την άποψη αυτή, οι σύγχρονες εμπειρίες

είναι πολύ λιγότερο ικανοποιητικές από τις αντίστοιχες αναφορές που συναντούμε στη διάρκεια των αγώνων στους Βίους Αγίων και σε άλλες Ορθόδοξες πηγές, γνωρίζουμε πολύ περισσότερα από αυτές τις τελευταίες πηγές

– υπό τον όρο, φυσικά, ότι εμπιστευόμαστε τους ανθρώπους που έχουν δώσει τις πληροφορίες στον ίδιο βαθμό που οι σύγχρονοι ερευνητές εμπιστεύονται τους ανθρώπους από τους οποίους παίρνουν τις συνεντεύξεις τους.

Και πάλι όμως, η βασική μας στάση απέναντι στα του άλλου κόσμου παραμένει πάντα μία στάση πίστης παρά γνώσης, μπορεί να γνωρίζουμε με μία επαρκή βεβαιότητα ότι υπάρχει «κάτι» μετά το θάνατο, όμως, το τι

ακριβώς είναι, το πιστεύουμε παρά το γνωρίζουμε.

Επίσης, τα όσα η Δρ. Κιούμπλερ – Ρός και άλλοι παρόμοιας νοοτροπίας άνθρωποι θεωρούν ότι γνωρίζουν για τη μετά θάνατον ζωή, βασιζόμενοι στις «μεταθανάτιες εμπειρίες», βρίσκονται σε ανοικτή αντίθεση με όσα

πιστεύουν οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, βασιζόμενοι στην αποκαλυμμένη Ορθόδοξη διδασκαλία καθώς και στις αναφερόμενες στην Ορθόδοξη γραμματεία «μεταθανάτιες» εμπειρίες. Όλες οι Χριστιανικές μεταθανάτιες

εμπειρίες επιβεβαιώνουν την ύπαρξης παραδείσου, κόλασης και κρίσης του ανθρώπου από το Θεό, την ανάγκη μετάνοιας και αγώνα, όπως και το φόβο του ανθρώπου για την αιώνια απώλεια της ψυχής του, ενώ οι

σύγχρονες εμπειρίες όπως αυτές των σαμάνων, των μυημένων στα παγανιστικά μυστήρια και των μέντιουμ, μοιάζουν να αναφέρονται σε μία

«χώρα υπέρτατης ευτυχίας» που βρίσκεται στον «άλλο κόσμο», όπου οι άνθρωποι βιώνουν μόνο ευχάριστες εμπειρίες και όπου δεν υπάρχει κρίση αλλά μόνο «ανάπτυξη» και συνεπώς ο άνθρωπος δεν πρέπει να φοβάται το

θάνατο άλλα να τον καλωσορίζει ως «φίλο» που του γνωρίζει τις απολαύσεις της «μετά θάνατον» ζωής.

Εχουμε ήδη συζητήσει σε προηγούμενα κεφάλαια τη διαφορά ανάμεσα σε αυτά τα δυό είδη εμπειριών: η Χριστιανική εμπειρία προέρχεται από τον πραγματικά άλλο κόσμο του παραδείσου και της κόλασης, ενώ η

πνευματιστική προέρχεται μόνο από το εναέριο τμήμα αυτού του κόσμου, το «αστρικό πεδίο» των πεπτωκότων πνευμάτων. Οι σημερινές εμπειρίες ανήκουν καθαρά στη δεύτερη κατηγορία αλλά δε θα μπορούσαμε να το

γνωρίζουμε αυτό αν δεν είχαμε δεχθεί επί τη βάσει της πίστης μας τη Χριστιανική αποκάλυψη περί της φύσης του άλλου κόσμου. Παρομοίως, το γεγονός ότι η Δρ. Κιούμπλερ – Ρος και άλλοι ερευνητές αποδέχονται ή

συμμερίζονται μία μη Χριστιανική ερμηνεία αυτών των εμπειριών, δεν οφείλεται στο ότι οι σημερινές εμπειρίες αποδεικνύουν την ορθότητα αυτής της ερμηνείας, αλλά στο ότι οι ίδιοι οι εν λόγω ερευνητές ήδη πιστεύουν σε

μία μη Χριστιανική ερμηνεία των «μεταθανάτιων» εμπειριών.

Επομένως, η σημασία των σημερινών εμπειριών έγκειται στο ότι γίνονται ευρέως γνωστές ακριβώς τη στιγμή που πρέπει, για να χρησιμεύσουν ως «επιβεβαίωση» μίας μη Χριστιανικής άποψης περί της μετά θάνατον ζωής,

χρησιμοποιούνται ως τμήμα μίας μη Χριστιανικής θρησκευτικής κίνησης, τη φύση της οποίας θα εξετάσουμε τώρα πιο προσεκτικά.

Η σύνδεση με τον αποκρυφισμό

Διαπιστώνει κανείς κατ’ επανάληψιν, όσον αφορά τους ερευνητές των «μεταθανάτιων εμπειριών», μία περισσότερο ή λιγότερο φανερή σύνδεσή τους με τις αποκρυφιστικές ιδέες και μεθόδους. Στο σημείο αυτό μπορούμε να

ορίσουμε το «απόκρυφο» ως οτιδήποτε αναφέρεται σε επαφές του ανθρώπου με αόρατα πνεύματα και δυνάμεις με τρόπο απαγορευμένο από την αποκάλυψη του Θεού. Όπως διαβάζουμε στο Λευτικό και αλλού: « Δεν θα

ακολουθήσετε τους εγγαστριμύθους και δεν θα προσκολληθήτε εις αυτούς, που ψάλλουν μαγικάς ωδάς», «εάν κανείς ακολουθήση εγγαστριμύθους ή αυτούς που ψάλλουν μαγικάς ωδάς, ώστε αρνούμενος τον αληθινόν Θεόν

να ακολουθή εκείνους, εγώ θα στραφώ εναντίον του και θα τον εξολοθρεύσω εκ μέσου του λαού του». Τις επαφές αυτές είτε τις αναζητούν οι άνθρωποι, όπως για παράδειγμα στις πνευματιστικές συγκεντρώσεις, είτε τις

υποκινούν τα πεπτωκότα πνεύματα με τις αυθόρμητες εμφανίσεις τους στους ανθρώπους. Το αντίθετο του «απόκρυφου» είναι το «πνευματικό» ή «θρησκευτικό», όροι που αναφέρονται σε εκείνη την επαφή με το Θεό, τους

αγγέλους του και τους αγίους Του που έχει επιτραπεί από το Θεό, η επαφή αυτή επιτυγχάνεται τόσο μέσω της προσευχής του ανθρώπου, όσο και μέσω αληθινών φανερώσεων του Θεού, καθώς και αγγέλων και αγίων Του,

κατά τις οποίες εκδηλώνεται η Χάρη του Θεού.

Ένα παράδειγμα της σύνδεσης των ερευνητών με το απόκρυφο είναι ο Δρ. Χάνς Χόλτσερ, ο οποίος σε σχετικό βιβλίο του διαπιστώνει ότι η σημασία των «μεταθανάτιων» εμπειριών έγκειται στο ότι ανοίγουν στους

ανθρώπους τις πύλες επικοινωνίας με τους νεκρούς, και καταλήγει ότι αυτές οι εμπειρίες παρέχουν στον άνθρωπο το ίδιο είδος μηνυμάτων που παρέχουν και οι «νεκροί» στις πνευματιστικές συγκεντρώσεις. Ο Δρ. Μούντυ,

καθώς και ένας μεγάλος αριθμός σύγχρονων ερευνητών, όπως είδαμε, προστρέχουν σε αποκρυφιστικά κείμενα, όπως τα γραπτά του Σβέντενμποργκ και τη Θιβετιανή Βίβλο των Νεκρών, προκειμένου να ερμηνεύσουν τις

σημερινές «μεταθανάτιες» εμπειρίες. Ο Ρόμπερτ Κρούκαλ, ο οποίος είναι ίσως ο ερευνητής με τη μεγαλύτερη επιστημονική προσέγγιση του θέματος στο χώρο αυτό, χρησιμοποιεί τις μεταβιβάσεις μηνυμάτων στα μέντιουμ

ως μία από τις πρωταρχικές πηγές πληροφοριών σχετικά με τον «άλλο κόσμο».  Τόσο ο ίδιος όσο και άλλοι οι οποίοι ασχολούνται με «εξωσωματικές» εμπειρίες πειραματίζονται απροκάλυπτα με αποκρυφιστικές μεθόδους,

φτάνοντας ακόμα και μέχρι του σημείου να λαμβάνουν καθοδήγηση και συμβουλές από τις «άυλες οντότητες» που συναντούν.

Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση από όλους αυτούς τους ερευνητές είναι, ίσως, η γυναίκα που έχει εξελιχθεί σε κορυφαία εκπρόσωπο της νέας στάσης απέναντι στο θάνατο ή οποία αναφαίνεται μέσα από τις σημερινές

«μεταθανάτιες» εμπειρίες: η Δρ. Ελίζαμπεθ Κιούμπλερ – Ρος.

Δεν υπάρχει, φυσικά, κανένας Χριστιανός που να μη συμμερίζεται τον σκοπό τον οποίο επέλεξε να προασπίσει η  Δρ. Ελίζαμπεθ Κιούμπλερ – Ρος: μία ανθρωπιστική, αρωγό στάση προς τον άνθρωπο που πεθαίνει, σε

αντίθεση με την ψυχρή, αμήχανη, και πολλάκις τρομαγμένη στάση η οποία συχνά κυριαρχεί όχι μόνο στα νοσοκομεία, ανάμεσα στους γιατρούς και τις νοσοκόμες αλλά  ακόμα και ανάμεσα σε κληρικούς οι οποίοι

υποτίθεται ότι κατέχουν την «απάντηση» στο ερώτημα που εγείρει η πραγματικότητα του θανάτου. Από τότε που εκδόθηκε το βιβλίο της, το όλο θέμα του θανάτου θεωρείται πολύ λιγότερο «ταμπού» ανάμεσα στους

επαγγελματίες της ιατρικής συντελώντας, επίσης, στη δημιουργία ενός διανοητικού κλίματος ευνοϊκού για συζήτηση περί του τι συμβαίνει μετά θάνατον, συζήτηση η οποία στη συνέχεια πυροδοτήθηκε με τη δημοσίευση

του πρώτου βιβλίου τους Δρος Μούντυ το 1975. Δεν είναι τυχαίο ότι τόσο πολλά από τα σημερινά βιβλία με αυτό το θέμα συνοδεύονται από προλόγους ή τουλάχιστον κάποια σύντομα σχόλια εκ μέρους της Δρος Κιούμπλερ

– Ρος.

Το σίγουρο είναι ότι το βιβλίο της θα απογοητεύσει οποιονδήποτε αποδέχεται την παραδοσιακή Χριστιανική άποψη ότι η επίγεια ζωή αποτελεί δοκιμαστική περίοδο για την αιωνιότητα και ο θάνατος την είσοδο στην

αιώνια μακαριότητα ή την αιώνια δυστυχία, ανάλογα με την πίστη του κάθε ανθρώπου και τη ζωή του πάνω στη γή. Η υιοθέτηση μίας ανθρωπιστικής στάσης προς τον άνθρωπο που πεθαίνει, η παροχή βοήθειας ώστε να

«προετοιμαστεί» για το θάνατο, χωρίς την ιεράρχηση στην πρώτη θέση της πίστης στο Χριστό και της ελπίδας για τη σωτηρία έχει ως αποτέλεσμα, όταν τα πάντα έχουν γίνει και ειπωθεί, να παραμένει η ανθρωπότητα στον

ίδιο καταθλιπτικό κόσμο του «ανθρωπισμού» στον οποίο την έχει περιορίσει η απιστία που χαρακτηρίζει τη σύγχρονη εποχή. Η εμπειρία των τελευταίων στιγμών του θανάτου μπορεί να γίνει πιο ευχάριστη απ’ ότι συνήθως

είναι στα σημερινά νοσοκομεία, εάν όμως απουσιάζει η γνώση του τι συμβαίνει μετά το θάνατο, ή έστω ότι υπάρχει κάτι μετά απ’ αυτόν, το έργο ανθρώπων όπως η Κιούμπλερ – Ρος περιορίζεται στο επίπεδο της παροχής

ανώδυνων συμβουλών στους ανίατα ασθενείς, χρυσώνοντάς τους το χάπι, για να τους κάνουν τουλάχιστον να νιώσουν ότι «κάτι γίνεται γι’ αυτούς».

Ωστόσο, στην πορεία της έρευνάς της η Δρ. Κιούμπλερ – Ρος, αν και δεν το ανέφερε στο πρώτο της βιβλίο, έχει πράγματι συγκεντρώσει στοιχεία τα οποία δείχνουν ότι υπάρχει κάτι μετά το θάνατο, μάλιστα, στις συχνές

διαλέξεις και συνεντεύξεις της έχει καταστήσει σαφές ότι αυτά που έχει δεί είναι αρκετά  ώστε να γνωρίζει με βεβαιότητα ότι υπάρχει ζωή μετά το θάνατο.

Όμως, η κύρια πηγή της «γνώσης» της Δρος Κιούμπλερ – Ρος περί του συγκεκριμένου θέματος δεν είναι οι «μεταθανάτιες» εμπειρίες άλλων ανθρώπων, αλλά οι δικές της αρκετά εντυπωσιακές εμπειρίες με

«πνεύματα». Η πρώτη συνέβη στο γραφείο της στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο το 1967, όταν, αποθαρρυμένη, σκεφτόταν να σταματήσει την έρευνα που είχε πριν λίγο καιρό ξεκινήσει σχετικά με το θάνατο και τα τελικά του

στάδια. Μία γυναίκα την επισκέφθηκε στο γραφείο της και συστήθηκε ως ασθενής η οποία είχε πεθάνει δέκα μήνες πριν. Η Κιούμπλερ-Ρος ήταν στην αρχή δύσπιστη, αλλά περιγράφει το πώς, τελικά, πείστηκε από το

«φάντασμα»: «Μου είπε ότι ήξερε πώς σκεφτόμουν σοβαρά να σταματήσω το έργο μου με ασθενείς που πλησίαζαν το θάνατο και ότι ήρθε να μου πεί να μην το κάνω… Άπλωσα το χέρι μου για να την αγγίξω. Έκανα ένα

τεστ  πραγματικότητας. Ήμουν επιστήμων, ψυχίατρος, και δεν πίστευα σε τέτοια πράγματα». Τελικά η  Δρ. Κιούμπλερ – Ρος έπεισε το «φάντασμα» να γράψει ένα σημείωμα, και η ανάλυση γραφικού χαρακτήρα που

ακολούθησε επιβεβαίωσε ότι ανήκε σε μία αποθανούσα ασθενή. Η Δρ. Κιούμπλερ – Ρος αναφέρει ότι αυτό το γεγονός «συνέβη όταν βρισκόμουν σε δίλημμα και θα είχα πάρει λάθος απόφαση αν δεν την είχα ακούσει». Οι

νεκροί, όμως, ποτέ δεν εμφανίζονται με τέτοιον τρόπο ανάμεσα στους ζωντανούς, αυτή η «υπερκόσμια» οπτασία, εάν ήταν γνήσια, θα μπορούσε να είναι έργο μόνον ενός πεπτωκότος πνεύματος που είχε σκοπό να

παραπλανήσει το θύμα του. Για ένα τέτοιο πνεύμα, η τέλεια απομίμηση του ανθρώπινου χαρακτήρα είναι κάτι εύκολο.

Αργότερα, οι επαφές της Δρος  Κιούμπλερ – Ρος με τον «κόσμο των πνευμάτων» έγιναν πολύ πιο στενές. Το 1978, μπροστά σε ένα καταγοητευμένο ακροατήριο 2.200 ατόμων στο Ασλαντ, της πολιτείας Ορεγκον, διηγήθηκε

με ποιόν τρόπο ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με τους «πνευματικούς οδηγούς» της. Σε συγκέντρωση πνευματιστικού τύπου που είχε αρκετά μυστηριωδώς κανονιστεί προς τιμήν της, προφανώς στη νότια Καλιφόρνια, 75

άτομα τραγουδούσαν μαζί προκειμένου να «αυξήσουν την ενέργεια στο απαιτούμενο επίπεδο για τη δημιουργία του γεγονότος αυτού. Με εντυπωσίασε και με συγκίνησε το ότι έκαναν αυτά για εμένα. Πριν περάσουν δυό

λεπτά, είδα δυό τεράστια πόδια μπροστά μου. Ένας τεράστιος άνδρας στεκόταν μπροστά μου». Αυτός ο «άνδρας» της είπε ότι ο προορισμός της ήταν να διδάξει και αυτή η προσωπική εμπειρία της χρειαζόταν ώστε να

πάρει δύναμη και κουράγιο για το έργο της. «Περίπου μισό λεπτό αργότερα, ένα άλλο άτομο κυριολεκτικά υλοποιήθηκε σε απόσταση ενός περίπου εκατοστού από τα πόδια μου. Κατάλαβα ότι αυτός ήταν ο φύλακας άγγελός

μου. Με φώναξε Ιζαμπέλ και με ρώτησε εάν θυμόμουν το πώς, 2000 χρόνια πριν, είχαμε κι οι δύο εργαστεί με το Χριστό». Αργότερα, ένα τρίτος «άγγελος»

εμφανίστηκε με σκοπό να της διδάξει περισσότερα πράγματα για τη «χαρά». Η γνωριμία με τους πνευματικούς οδηγούς μου ήταν μία ύψιστη εμπειρία, μία εμπειρία απολύτως ανεπιφύλακτης αγάπης. Και θέλω μόνο να σας

πώ ότι ποτέ δεν είμαστε μόνοι. Ο καθένας μας έχει έναν φύλακα άγγελο που δε βρίσκεται παραπάνω από μισό μέτρο μακριά του κάθε στιγμή. Και μπορούμε να καταφεύγουμε σε αυτά τα πλάσματα. Θα μας βοηθήσουν

σίγουρα».

Σε συνέδριο ολιστικής υγείας που διεξήχθη στο Σαν Φρανσίσκο το Σεπτέμβριο του 1976, η Δρ. Κιούμπλερ – Ρος μοιράστηκε με ένα ακροατήριο 2300 γιατρών, νοσοκόμων και άλλων επαγγελματικών της ιατρικής μία

«βαθιά μυστική εμπειρία» που είχε βιώσει μόλις την προηγούμενη νύχτα, προφανώς την ίδια εμπειρία που περιέγραψε στο Ασλαντ:

«Χτες τη νύχτα, με επισκέφτηκε ο Σάλεμ, ο πνευματικός μου οδηγός, και δυό από τους συντρόφους του, ο Ανκα και ο Γουίλυ. Έμειναν μαζί μας μέχρι τις τρείς η ώρα το πρωί. Μιλήσαμε, γελάσαμε και τραγουδήσαμε. Μου

μιλούσαν και με άγγιζαν με την πιο απίστευτη αγάπη και τρυφερότητα που θα μπορούσε κανείς να φανταστεί. Ήταν η κορυφαία εμπειρία της ζωής μου». Ανάμεσα στο ακροατήριο, «καθώς τελείωνε τη διήγησή της, υπήρξε

μία στιγμιαία σιωπή και κατόπιν σύσσωμο σηκώθηκε όρθιο σε ένδειξη εκτίμησης προς το πρόσωπό της. Το μεγαλύτερο μέρος του ακροατηρίου, κυρίως γιατροί και άλλοι επαγγελματίες της υγείας, φάνηκε να αναλύεται σε

δάκρυα».

Είναι ευρέως γνωστό στους αποκρυφιστικούς κύκλους ότι οι «πνευματικοί οδηγοί», οι οποίοι, φυσικά, είναι τα πεπτωκότα πνεύματα  του εναέριου κόσμου, δε φανερώνονται τόσο εύκολα, εκτός εάν το άτομο βρίσκεται σε

αρκετά εξελιγμένο επίπεδο από άποψη δεκτικότητας για επικοινωνίας με πνεύματα. Αλλά ίσως ακόμα σημαντικότερο στοιχείο από τη γνωριμία και επαφή της Δρος  Κιούμπλερ – Ρος με τα «οικεία πνεύματα» είναι η

ενθουσιώδης ανταπόκριση που προκάλεσαν οι σχετικές περιγραφές της στο κοινό των ακροατηρίων της, το οποίο δεν απαρτιζόταν από αποκρυφιστές και μέντιουμ, αλλά από συνηθισμένους επαγγελματίες της μεσοαστικής

τάξης. Σαφώς πρόκειται για ένα από τα «σημεία των καιρών»: οι άνθρωποι έχουν καταστεί δεκτικοί στις επαφές με τον «κόσμο των πνευμάτων» και είναι έτοιμοι να αποδεχθούν την αποκρυφιστική ερμηνεία αυτών των

επαφών η οποία βρίσκεται σε αντίθεση με τη χριστιανική αλήθεια.

Πριν από είκοσι περίπου χρόνια, μεγάλη δημοσιότητα έλαβε το θέμα των σκανδάλων στο κέντρο ανάπαυσης και περισυλλογής της Δρος Κιούμπλερ – Ρος, το «Σάντι Νιλάια», στη Νότια Καλιφόρνια. Σύμφωνα με αναφορές,

πολλά από τα «πρακτικά σεμινάρια» στο Σάντι Νιλάια επικεντρώνονται σε ξεπερασμένες πνευματιστικές συγκεντρώσεις και ένας αριθμός πρώην συμμετασχόντων δήλωσαν ότι οι συγκεντρώσεις αυτές ήταν απατεωνίστικες.

Φαίνεται ότι οι «επαφές με πνεύματα» που περιγράφει η Δρ. Κιούμπλερ – Ρος αντιπροσωπεύουν ευσεβείς πόθους μάλλον παρά την πραγματικότητα, αυτό όμως δεν επηρεάζει τα όσα εκείνη και άλλοι διδάσκουν σχετικά με

τη μετά θάνατον ζωή.

Η αποκρυφιστική διδασκαλία των σύγχρονων ερευνητών

Η διδασκαλία της Δρος  Κιούμπλερ – Ρος και άλλων σύγχρονων ερευνητών «μεταθανάτιων» εμπειριών περί της μετά θάνατον ζωής συνοψίζεται σε πέντε κύρια σημεία που θα αναπτύξουμε αμέσως παρακάτω. Θα πρέπει να

σημειωθεί ότι η Δρ. Κιούμπλερ – Ρος διατυπώνει αυτά τα σημεία με τη βεβαιότητα του ατόμου που θεωρεί ότι έχει άμεση εμπειρία του «άλλου κόσμου», όμως, και επιστήμονες όπως ο Δρ. Μούντυ, αν και πολύ περισσότερο

προσεκτικοί και επιφυλακτικοί ως προς το ύφος τους, τελικά συντελούν στο να προάγεται η ίδια διδασκαλία. Είναι αυτή η διδασκαλία περί της μετά θάνατον ζωής που διαπερνά την ατμόσφαιρα της  εποχής από τα τέλη του

20ου αιώνα και κατά περίεργο τρόπο φαίνεται φυσική σε όλους τους οπαδούς της οι οποίοι δεν κατέχουν εις βάθος καμιά άλλη διδασκαλία.

1.    Δεν πρέπει να φοβόμαστε το θάνατο. Ο Δρ. Μούντυ γράφει: «ωστόσο, όλοι τους μου δήλωσαν με τον τρόπο τους πως δεν ένιωθαν πια φόβο απέναντι στο θάνατο». Η Δρ. Κιούμπλερ – Ρος αναφέρει: «Τα

καταγεγραμμένα περιστατικά αποκαλύπτουν ότι η διαδικασία του θανάτου είναι οδυνηρή, όμως ο ίδιος ο θάνατος… είναι μία απολύτως γαλήνια εμπειρία, απαλλαγμένη από πόνο και φόβο. Όλοι ανεξαιρέτως όσοι βίωσαν

μία τέτοια εμπειρία δηλώνουν ότι αισθάνονταν ηρεμία και πληρότητα». Βλέπουμε εδώ ότι το χαρακτηριστικό όλων όσοι παραπλανώνται από τα πεπτωκότα πνεύματα είναι η βασική εμπιστοσύνη που δείχνουν στις

προσωπικές τους ψυχικές εμπειρίες. Κανένα απολύτως στοιχείο των σημερινών «μεταθανάτιων» εμπειριών δεν υποδηλώνει ότι ο ίδιος ο θάνατος θα αποτελεί μία απλή επανάληψή τους, κι αυτό όχι μόνο για λίγα λεπτά, αλλά

για πάντα, αυτή η πεποίθηση ότι οι ψυχικές εμπειρίες είναι ευχάριστες είναι μέρος του θρησκευτικού πνεύματος που επικρατεί σήμερα, και δημιουργεί μία ψευδή αίσθηση ευφορίας που είναι ολέθρια για την πνευματική ζωή

του ανθρώπου.

2.    Δεν υπάρχει ούτε μέλλουσα κρίση ούτε κόλαση. Όπως αναφέρει ο Δρ. Μούντυ, με βάση τα στοιχεία από τις συνεντεύξεις του, «όλες εκείνες οι παραδοσιακές αντιλήψεις για την τιμωρία που μας περιμένει στην άλλη

ζωή, συνήθως πάνε περίπατο ύστερα από μια μεταθανάτια εμπειρία. Κι αυτό, γιατί όσοι είχαν τέτοιες εμπειρίες διαπίστωσαν με κατάπληξή τους, πώς και όταν ακόμη  η αναδρομή στα περασμένα γεγονότα της ζωής τους

αποκάλυψε στο φωτεινό όν ακόμα και τα μεγαλύτερα αμαρτήματά τους, εκείνο δεν ανταποκρίθηκε ούτε με θυμό ούτε με οργή, παρά μονάχα με κατανόηση και κάποιες φορές με χιούμορ. Η Δρ. Κιούμπλερ – Ρος, με πιο

δογματικό ύφος, παρατηρεί τα εξής για τα άτομα από τα οποία πήρε τις δικές της συνεντεύξεις: «Όλοι έχουν μία αίσθηση πληρότητας. Ο Θεός δεν κατακρίνει, κατακρίνει ο άνθρωπος». Φαίνεται ότι δεν περνάει καν από το

νου τέτοιων ερευνητών ότι η απουσία κρίσης στις «μεταθανάτιες» εμπειρίες ίσως είναι μία παραπλανητική πρώτη εντύπωση ή ότι η κρίση δεν λαμβάνει χώρα στα πρώτα λίγα λεπτά μετά το θάνατο, οι ερευνητές αυτοί

απλώς και μόνον ερμηνεύουν τις εμπειρίες σύμφωνα με το θρησκευτικό πνεύμα της εποχής, το οποίο δεν αποδέχεται την πίστη στην ύπαρξη κρίσης και κόλασης.

3.    Ο θάνατος δεν είναι μία τόσο μοναδική και τελειωτική εμπειρία όπως την περιγράφει η χριστιανική διδασκαλία, αλλά μόνο μία ανώδυνη μετάβαση σε μία «διευρυμένη κατάσταση συνείδησης». Η Δρ. Κιούμπλερ – Ρος

προσδιορίζει το θάνατο ως εξής: «Ο θάνατος είναι απλώς μία αποβολή του φυσικού σώματος, όπως η πεταλούδα που βγαίνει μέσα από το κουκούλι. Είναι μία μετάβαση σε μία διευρυμένη κατάσταση συνείδησης, στην

οποία ο άνθρωπος εξακολουθεί να αντιλαμβάνεται, να κατανοεί, να γελά, να έχει δυνατότητα πνευματικής ανάπτυξης και το μόνο πράγμα που χάνει είναι αυτό που δεν χρειάζεται πια, δηλαδή το φυσικό  του σώμα. Είναι

σαν να  ξεφορτώνεσαι το χειμωνιάτικο παλτό σου με το που έρχεται η άνοιξη… αυτό ακριβώς είναι ο θάνατος». Θα εξηγήσουμε παρακάτω το πώς αυτή η άποψη βρίσκεται σε αντιδιαστολή με την αληθινή χριστιανική

διδασκαλία.

4.    Σκοπός της ζωής πάνω στη γη, καθώς και της ζωής μετά το θάνατο, δεν είναι η αιώνια σωτηρία της ψυχής του ανθρώπου, αλλά μία απεριόριστη διαδικασία «εξέλιξης» στην «αγάπη» και την «κατανόηση» και την

«αυτοπραγμάτωση». Σύμφωνα με τον Δρα Μούντυ: «όσοι λοιπόν είχαν κάποια εμπειρία θανάτου, γύρισαν στη ζωή με καινούριες αντιλήψεις κι απόψεις για το θάνατο. Διαπίστωσαν κοντολογίς πως εκεί πέρα δεν υπάρχει

μια μονόπλευρη κρίση, καθώς πίστευαν ως τότε, παρά αναπτύσσεται μια συνεργασία με σκοπό την ηθική τελείωση του ατόμου. Σύμφωνα με τις καινούργιες αυτές αντιλήψεις η ανάπτυξη του πνεύματος, κυρίως στους τομείς

της γνώσης και της αγάπης, συνεχίζεται κι ύστερα από το θάνατο». Μία τέτοια αποκρυφιστική άποψη για τη μετά θάνατον ζωή δεν προέρχεται από τις αποσπασματικές εμπειρίες που δημοσιεύονται στις μέρες μας,

προέρχεται, αντιθέτως, από την πολύ διαδεδομένη σήμερα αποκρυφιστική φιλοσοφία.

5.    Οι «μεταθανάτιες» και οι «εξωσωματικές» εμπειρίες συνιστούν οι ίδιες μία προετοιμασία για τη μετά θάνατον ζωή. Η παραδοσιακή χριστιανική προετοιμασία για την αιώνια ζωή – μέσω της πίστης, της μετάνοιας, της

συμμετοχής στα Μυστήρια και του πνευματικού αγώνα – έχει ελάχιστη σημασία συγκρινόμενη με την αυξημένη «αγάπη» και «κατανόηση» που εμφυσούν οι «μεταθανάτιες» εμπειρίες, συγκεκριμένα, όπως για παράδειγμα

στο πρόγραμμα που επινόησαν σε συνεργασία οι Δρες Δρ. Κιούμπλερ – Ρος και Ρόμπερτ Μόνρου, μπορεί κάποιος να εκπαιδεύσει στις «εξωσωματικές» εμπειρίες ασθενείς που βρίσκονται στα τελικά στάδια του θανάτου

«έτσι ώστε οι άνθρωποι αυτοί να έχουν σύντομα μία αντίληψη για το τι τους περιμένει στον άλλο κόσμο». Ένας από τους ανθρώπους με τους οποίους μίλησε ο Δρ. Μούντυ δηλώνει κατηγορηματικά: «Ο λόγος πάντως που ο

θάνατος δε με φοβίζει πλέον είναι ότι τώρα ξέρω που θα πάω, μόλις φύγω από τούτη τη ζωή, επειδή  πήγα κιόλας εκεί πέρα». Τι τραγική και αβάσιμη αισιοδοξία!

Καθένα από τα ανωτέρω πέντε σημεία είναι μέρος της διδασκαλίας του Πνευματισμού του 19ου αιώνα  όπως αποκαλύφθηκε  εκείνη την εποχή από τα ίδια τα «πνεύματα» μέσω των μέντιουμ. Πρόκειται για διδασκαλία

κυριολεκτικά επινοημένη από τους δαίμονες με τη  μοναδική σαφή πρόθεση να καταρρίψει την παραδοσιακή χριστιανική διδασκαλία περί της μετά θάνατον ζωής και να μεταβάλει την όλη αντίληψη της ανθρωπότητας περί

θρησκείας. Η αποκρυφιστική φιλοσοφία που σχεδόν μονίμως συνοδεύει και «χρωματίζει» τις σημερινές «μεταθανάτιες εμπειρίες» είναι απλώς μία εμφιλοχώρηση σε εκλαϊκευμένη μορφή του αποκρυφιστικού

Πνευματιστικού της Βικτοριανής εποχής, είναι ένα σύμπτωμα της εξανέμισης των αυθεντικών Χριστιανικών αντιλήψεων από τη συνείδηση των λαών της Δύσης. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ίδια η «μεταθανάτια»

εμπειρία δε συνδέεται με την αποκρυφιστική φιλοσοφία που διαδίδεται μέσω αυτής, η εμπειρία προάγει τη συγκεκριμένη φιλοσοφία όχι επειδή το περιεχόμενό της αυτό καθ’ εαυτό είναι απόκρυφο, αλλά επειδή τα βασικά

εχέγγυα και η διδασκαλία του Χριστιανισμού που κάποτε προφύλασσαν τους ανθρώπους από μία τέτοια ξένη φιλοσοφία έχουν σήμερα σε μεγάλο βαθμό εκλείψει, και σχεδόν οποιαδήποτε εμπειρία του «άλλου κόσμου» θα

χρησιμοποιείται στο εξής για την προαγωγή του αποκρυφισμού. Στο 19ο αιώνα μόνο μερικοί ελευθερόφρονες ή αφορισμένοι πίστευαν στην αποκρυφιστική φιλοσοφία, όμως σήμερα είναι τόσο πολύ διαδεδομένη ώστε

καθένας ο οποίος δεν ασπάζεται συνειδητά μία δική του φιλοσοφία συνήθως την αποδέχεται τελείως «φυσικά».

Το «μήνυμα» των σύγχρονων «μεταθανάτιων» εμπειριών

Γιατί όμως τελικά, οι «μεταθανάτιες» εμπειρίες συζητιούνται τόσο πολύ σήμερα, και ποιά η σημασία τους ως σημεία του «πνεύματος των καιρών»; Ο πιο φανερός λόγος γι’ αυτό είναι η εφεύρεση κατά τα τελευταία χρόνια

νέων τεχνικών ανάνηψης των «κλινικώς νεκρών» ατόμων, οι οποίες επιτρέπουν να υπάρχουν αναφορές τέτοιων εμπειριών συχνότερα από ποτέ άλλοτε. Το παραπάνω γεγονός σαφώς βοηθά να ερμηνεύσουμε την ποσοτική

αύξηση των μαρτυριών για «μεταθανάτιες» εμπειρίες, δεν επαρκεί όμως καθόλου ώστε να ερμηνεύσει την επίδραση των εμπειριών αυτών στη στάση της ανθρωπότητας ως προς τα πνευματικά ζητήματα και στην αλλαγή

της άποψης για τη μετά θάνατον ζωή στην οποία συντελούν. Μία βαθύτερη ερμηνεία εντοπίζεται στην ολοένα και περισσότερο θετική στάση και ευαισθησία των ανθρώπων απέναντι στις «πνευματικές» και «ψυχικές»

εμπειρίες γενικά, κάτω από τη σημαντικά αυξανόμενη επιρροή των αποκρυφιστικών ιδεών αφενός, και τη φθίνουσα παρακμάζουσα επικράτηση τόσο του ουμανιστικού υλισμού όσο και της χριστιανικής πίστης. Για μία

ακόμη φορά, η ανθρωπότητα οδηγείται στην αποδοχή της δυνατότητας επικοινωνίας με κάποιον «άλλο κόσμο».

Επίσης, αυτός ο «άλλος κόσμος» φαίνεται διάνοικτος προς μία ανθρωπότητα που επιθυμεί διακαώς να τον βιώσει. Η «έκρηξη αποκρυφισμού» των τελευταίων χρόνων έχει προκληθεί από – και με τη σειρά της συντέλεσε

ώστε να προκληθεί εκ νέου – μία θεαματική αύξηση των κάθε είδους σύγχρονων «παραφυσικών» εμπειριών. Οι «μεταθανάτιες» εμπειρίες, κατά τις οποίες υπάρχει ελάχιστη ή και καθόλου συνειδητή επιθυμία για επαφή με

τον «άλλο κόσμο», βρίσκονται στο ένα άκρο του φάσματος αυτών των εμπειριών, στο άλλο βρίσκονται οι δραστηριότητες της σύγχρονης μαγείας και του σατανισμού, οι οποίες διακρίνονται από μία συνειδητή απόπειρα

επαφής ακόμα και υπηρέτησης των δυνάμεων του «άλλου κόσμου» και κάπου ανάμεσα σε αυτά τα δύο άκρα εντάσσονται οι μυριάδες παραλλαγές των σημερινών ψυχικών εμπειριών, από το «λύγισμα των κουταλιών» του

Γιούρι Γκέλλερ και τις παραψυχολογικές εμπειρίες σε «εξωσωματικά» ταξίδια και άλλα παρόμοια, έως τις UFO – επαφές και απαγωγές. Είναι σημαντικό το ότι πολλές από τις «παραφυσικές» εμπειρίες βιώνονται από

«Χριστιανούς», και ένα είδος αυτών, οι λεγόμενες «χαρισματικές», είναι ευρέως αποδεκτό ως γνήσια Χριστιανικό φαινόμενο. Ωστόσο, στην πραγματικότητα, η ανάμειξη των «Χριστιανών» σε όλες αυτές τις εμπειρίες

αποτελεί απλώς μία εντυπωσιακή ένδειξη του πόσο πολύ έχει εκλείψει στις μέρες μας η χριστιανική ερμηνεία των αποκρυφιστικών εμπειριών.

Ο αποθανών Αρθουρ Φόρντ, από τα πιο αξιόλογα μέντιουμ του 20ου αιώνα, ένα πρόσωπο προς το οποίο αυτός ο ίδιος ο αυξανόμενος σεβασμός εκ μέρους τόσο «Χριστιανών» όσο και άθεων ουμανιστών αποτελεί ένα από τα

«σημεία των καιρών», προέβη σε έναν αποκαλυπτικό υπαινιγμό σχετικά με την σημασία τόσο της αυξανόμενης αποδοχής των απόκρυφων εμπειριών όσο και της επίσης αυξανόμενης δεκτικότητας προς αυτές: «Η εποχή του

επαγγελματία μέντιουμ οδεύει προς το τέλος της. Χρησιμεύσαμε ως πειραματόζωα. Μέσω ημών, οι επιστήμονες απέκτησαν κάποιες γνώσεις σχετικά με τις αναγκαίες συνθήκες για να συμβεί η επαφή με τον κόσμο των

πνευμάτων». Με άλλα λόγια: η απόκρυφη εμπειρία, μέχρι πρότινος περιορισμένη σε λίγους «μυημένους» έχει γίνει προσβάσιμη σε χιλιάδες θνητούς. Φυσικά, αυτό δεν οφείλεται πρωτίστως στην επιστήμη, αλλά στην

αυξανόμενη αποξένωση της ανθρωπότητας από το Χριστιανισμό και τη δίψα της για πρωτόγνωρες «θρησκευτικές» εμπειρίες». Πριν από έναν αιώνα περίπου, μόνο τα μέντιουμ και διάφοροι περιθωριακοί που συμμετείχαν

σε θρησκευτικές λατρείες έρχονταν σε επαφή με «πνευματικούς οδηγούς», επιδίδονταν σε «εξωσωματικές» εμπειρίες, ή «λαλούσαν γλώσσες», σήμερα αυτές οι καταστάσεις έχουν γίνει σχετικά συχνές και όλα τα κοινωνικά

στρώματα τις δέχονται σαν κάτι συνηθισμένο.

Αυτή η αξιοσημείωτη αύξηση εμπειριών του «άλλου κόσμου» στις μέρες μας αποτελεί αναμφίβολα ένα από τα σημεία του επερχόμενου τέλους αυτού του κόσμου. Ο αγ. Γρηγόριος ο Μέγας, αφού περιγράφει διάφορες

οράσεις και εμπειρίες της μετά θάνατον ζωής στους Διαλόγους του, παρατηρεί ότι «με ξεκάθαρες αποκαλύψεις και φανερώσεις ο μέλλων αιώνας δείχνει να παρουσιάζεται και να διανοίγεται σε μάς... όσο ο παρών αιώνας

πλησιάζει στο τέλος του, τόσο ο μέλλων αιώνας λόγω της ίδιας της εγγύτητας σαν να αγγίζεται ήδη κάπως και διανοίγεται με όλο και πιό έκδηλα σημεία... το τέλος αυτού του κόσμου αναμιγνύεται με την αρχή του

μέλλοντος αιώνος».

Εντούτοις ο αγ. Γρηγόριος προσθέτει ότι ακόμα και διά μέσου αυτών των οράσεων και αποκαλύψεων – πολύ πιο συχνών στην εποχή ας απ’ ότι στη δική του – έχουμε μία ατελή αντίληψη των αληθειών της μελλοντικής

ζωής, επειδή «κατά τον ίδιο τρόπο που, όταν τελειώνει η νύκτα και αρχίζει να ανατέλλει η ημέρα, πριν την ανατολή του ήλιου, κατά κάποιο τρόπο ανακατεύονται μαζί το σκοτάδι με το φώς... είναι σαν να βλέπουμε το θολό

είδωλό τους μπροστά στον ήλιο σε κάποια χαραυγή του νου μας». Πράγματι, πόσο ισχύει κάτι τέτοιο για τις «μεταθανάτιες» εμπειρίες! Ποτέ άλλοτε η ανθρωπότητα δεν είχε στη διάθεσή της τόσο εντυπωσιακές και σαφείς

αποδείξεις – ή τουλάχιστον «ενδείξεις» - περί της ύπαρξης ενός άλλου κόσμου, περί της συνέχισης της ζωής μετά το θάνατο του σώματος, περί της ύπαρξης μίας ψυχής η οποία επιζεί και μάλιστα έχει ακόμα περισσότερο

διευρυμένη αντίληψη μετά το θάνατο. Για έναν άνθρωπο με σαφή κατανόηση της Χριστιανικής διδασκαλίας, οι σημερινές «μεταθανάτιες» εμπειρίες δεν μπορούν να αποτελούν τίποτε άλλο παρά μία εντυπωσιακή

επιβεβαίωση της Χριστιανικής διδασκαλίας σχετικά με την κατάσταση της ψυχής αμέσως μετά το θάνατο, ακόμα και οι σημερινές απόκρυφες εμπειρίες δεν επιβεβαιώνουν τίποτε άλλο παρά την ύπαρξη και τη φύση του

εναέριου κόσμου των πεπτωκότων πνευμάτων.

Όμως για τους υπόλοιπους, συμπεριλαμβανομένων των περισσότερων από αυτούς που ακόμα αποκαλούν τους εαυτούς τους χριστιανούς, αποδεικνύεται ότι οι σημερινές εμπειρίες, αντί να εδραιώνουν μέσα τους τις αλήθειες

του Χριστιανισμού, αντιθέτως τους αποπροσανατολίζουν από την ορθή πίστη και διδασκαλία, προετοιμάζοντας το έδαφος για την επερχόμενη βασιλεία του αντίχριστου. Πράγματι, ακόμα και αυτοί που επιστρέφουν από

τους «νεκρούς» σήμερα δεν μπορούν να πείσουν την ανθρωπότητα να μετανοήσει: « Εάν δεν ακούνε τον Μωϋσήν και τους προφήτας, δεν θα πεισθούν και αν ακόμη αναστηθεί κάποιος από τους νεκρούς». Τελικά, μόνον

όσοι έχουν πίστη από «Μωϋσή και τους Προφήτες», δηλαδή στην πληρότητας της αποκαλυμμένης αλήθειας, είναι ικανοί να κατανοήσουν το αληθινό νόημα των σημερινών εμπειριών. Αυτό που η υπόλοιπη ανθρωπότητα

«διδάσκεται» από αυτές τις εμπειρίες δεν είναι η ανάγκη για μετάνοια και το δεδομένο της εγγύτητας της κρίσης του Θεού, αλλά ένα περίεργο, σαγηνευτικό νέο «ευαγγέλιο» ευχάριστων «υπερκόσμιων» εμπειριών και η

κατάργηση του φόβου θανάτου, ενός αισθήματος που ο Θεός δημιούργησε, ώστε να αφυπνίσει τον άνθρωπο σχετικά με την πραγματική ύπαρξη του αληθινού άλλου κόσμου του παραδείσου και της κόλασης.

Ο Αρθουρ Φόρντ καθιστά εντελώς σαφές ότι η όλη αποστολή του ως μέντιουμ, όπως επίσης και κάθε άλλου μέντιουμ, ήταν να «χρησιμοποιήσω όλα τα ιδιαίτερα χαρίσματα που μου δόθηκαν ώστε να απομακρύνω διά

παντός τη σκιά του φόβου του θανάτου από το μυαλό των ανθρώπων». Ίδιο είναι και το μήνυμα της Δρος Κιούμπλερ – Ρός, αλλά και το «επιστημονικό» συμπέρασμα ερευνητών όπως ο Δρ. Μούντυ:»ο άλλος κόσμος» είναι

ευχάριστος, ο άνθρωπος δεν πρέπει να τρέμει την είσοδό τους σε αυτόν». Πριν δύο αιώνες ο Εμάνιουελ Σβέντενμποργκ συνόψισε την «πνευματικότητα» όσων πιστεύουν σε έναν τέτοιον κόσμο ως εξής: «Μού επετράπη να

απολαύσω όχι μόνον τις χαρές του σώματος και των αισθήσεων, όπως οι άνθρωποι που ζουν στον κόσμο μας, αλλά επίσης μου επετράπη να απολαύσω τέτοιες ευδαιμονίες και ηδονές της ζωής που, πιστεύω, κανένας

άνθρωπος σε ολόκληρο τον κόσμο δεν είχε ποτέ πριν απολαύσει, και που ήταν πιο έντονες και πιο εξαίσιες απ’ όσο κανείς θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί και να πιστέψει... Πιστέψτε με, εάν ήμερα ότι ο Κύριος θα με

καλούσε κοντά Του αύριο, θα φώναζα τους μουσικούς να παίξουν σήμερα για μένα, ώστε για μία ακόμα φορά να είμαι πραγματικά χαρούμενος σε αυτόν τον κόσμο». Όταν προείπε την ημερομηνία του θανάτου του στη

σπιτονοικοκυρά του, ήταν τόσο ευχαριστημένος «σαν να επρόκειτο να φύγει για διακοπές, να πάει σε  κάποια γιορτή».

Θα αντιπαραθέσουμε τώρα αυτήν τη στάση με την αληθινή χριστιανική στάση απέναντι στο θάνατο στη διάρκεια των αιώνων και θα διαπιστώσουμε ως συνέπεια πόσο επικίνδυνη είναι για την ψυχή ηη έλλειψη διάκρισης

όσον αφορά τις «πνευματικές εμπειρίες», η απόρριψη των εχεγγύων που παρέχει η χριστιανική διδασκαλία!

Η Χριστιανική στάση απέναντι στο θάνατο

Η αποκρυφιστική διδασκαλία για τη μετά θάνατον ζωή, παρότι καταλήγει να απέχει πολύ από την αλήθεια των πραγμάτων, εντούτοις έχει πράγματι ως αφετηρία μία αναμφισβήτητη Χριστιανική αλήθεια: ότι ο θάνατος του

σώματος δεν αποτελεί το τέλος της ανθρώπινης ζωής, αλλά μόνον την αρχή μίας νέας κατάστασης για την ανθρώπινη προσωπικότητα, η οποία συνεχίζει την ύπαρξή της ανεξάρτητα από το  σώμα. Ο θάνατος, που δε

δημιουργήθηκε από το Θεό αλλά επήλθε στη δημιουργία εξαιτίας της αμαρτίας του Αδάμ στον παράδεισο, είναι η πιο εντυπωσιακή μορφή με την οποία εκδηλώνεται η πεπτωκυία φύση του ανθρώπου. Η πορεία του

ανθρώπου προς την αιωνιότητα εξαρτάται κυρίως από το πώς αντιμετωπίζει το δικό του θάνατο και το πώς προετοιμάζεται γι’ αυτόν.

Η αληθινή Χριστιανική στάση απέναντι στο θάνατο εμπεριέχει στοιχεία τόσο φόβου όσο και αβεβαιότητας, ακριβώς αυτά τα αισθήματα που ο αποκρυφισμός επιδιώκει να ακυρώσει. Ωστόσο, στη Χριστιανική στάση

απουσιάζει παντελώς ο απελπισμένος φόβος που μπορεί να αισθάνονται αυτοί που πεθαίνουν χωρίς να ελπίζουν καθόλου σε μία αιώνια ζωή, ο χριστιανός, έχοντας αναπαυμένη τη συνείδησή του πλησιάζει το θάνατο χωρίς

ταραχή και, ανάλογα με το πόση χάρη έχει δεχθεί από το Θεό, ακόμα και με μία ορισμένη αίσθηση βεβαιότητας. Ας δούμε τώρα τα παραδείγματα χριστιανικού θανάτου από δύο άγιους γέροντες που έζησαν στην έρημο της

Αιγύπτου τον 5ο αιώνα:

«Ενώ δε σίμωνε η κοίμησή του, έμεινε τρείς μέρες έχοντας ανοιχτά τα μάτια και ακίνητα. Και τον σκούντησαν οι αδελφοί λέγοντας: «Αββά Αγάθων που είσαι;» Τους λέγει: «Μπροστά στο κριτήριο του Θεού στέκομαι». Του

λέγουν: «Και σύ φοβάσαι πάτερ;» Τους απαντά: «Βέβαια, έβαλα όλη όλη μου τη δύναμη για να φυλάξω τις εντολές του Θεού. Αλλά άνθρωπος είμαι. Πούθε να ξέρω αν ο κόπος μου υπήρξε θεάρεστος;» Του λέγουν οι

αδελφοί: «Δεν έχεις πεποίθηση ότι ο κόπος σου ήταν σύμφωνα με το θέλημα του Θεού;» Τους απαντά ο γέρων: «Δεν έχω βεβαιότητα, πριν συναντηθώ με το Θεό. Γιατί αλλιώς κρίνει ο Θεός και αλλιώς οι άνθρωποι». Και

καθώς ήθελαν να του πάρουν και άλλα λόγια, τους λέγει: «Κάνετέ μου τη χάρη, μη μου μιλάτε πλέον, γιατί είμαι απασχολημένος. Και παρέδωσε το πνεύμα με χαρά. Και τον έβλεπαν να τους φεύγει, καθώς κάποιος

ασπάζεται τους φίλους και αγαπημένους του».

Ακόμα και μεγάλοι άγιοι που πεθαίνουν εντωμέσω έκδηλων σημείων της Θείας Χάριτος διατηρούν μία νηφαλιότητα και ταπεινοφροσύνη όσον αφορά τη δική τους σωτηρία.

Έλεγαν για τον Αββά Σισώη, ότι, όταν έμελλε να τελευτήση και κάθονταν οι πατέρες γύρω του, έλαμψε το πρόσωπό του σαν τον ήλιο. Και τους λέγει: «Να ο Αββάς Αντώνιος ήλθε». Και μετά από λίγο λέγει: «Να η χορεία

των προφητών ήλθε».Και πάλι το πρόσωπό του περίσσια έλαμψε και είπε: «Να, η χορεία των αποστόλων ήλθε». Και έλαμψε πάλι το πρόσωπό του πιο πολύ. Και ιδού, ήταν σαν να μιλούσε με κάποιους. Και τον ρώτησαν οι

γέροντες, λέγοντας: «Με ποιόν μιλάς πάτερ;». Και εκείνος είπε: «Να οι Αγγελοι ήλθαν να με πάρουν και παρακαλώ να με αφήσουν για να μετανοήσω λίγο ακόμη». Και του λέγουν οι γέροντες: «Δεν έχεις ανάγκη να

μετανοήσης, πάτερ». Και τους είπε ο γέρων: «Σας βεβαιώνω, ότι δεν βλέπω να έχω κάμει αρχή».Και πληροφορήθηκαν όλοι ότι είναι τέλειος. Και πάλι, ξαφνικά, έγινε το πρόσωπό του σαν τον ήλιο. Και φοβήθηκαν όλοι. Και

τους λέγει: «Βλέπετε, ο Κύριος ήλθε και λέγει: Φέρτε μου το σκεύος της ερήμου». Και ευθύς παρέδωσε το πνεύμα. Και έγινε σαν αστραπή. Και γέμισε όλο το κελλί από ευωδία».

Πόσο διαφέρει αυτή η νηπτική χριστιανική στάση συγκριόμενη με την επιπόλαιη στάση μερικών μη Ορθόδοξων σημερινών Χριστιανών οι οποίοι θεωρούν ότι είναι ήδη «σεσωσμένοι» και ότι δεν πρόκειται καν να υποστούν

την κρίση όλων των ανθρώπων, επομένως δεν έχουν κανένα λόγο να φοβούνται το θάνατο. Μία τέτοια στάση, ευρέως διαδεδομένη μεταξύ των σημερινών Προτεσταντών, στην πραγματικότητα δεν απέχει πολύ από την

αποκρυφιστική ιδέα ότι ο άνθρωπος δεν πρέπει να φοβάται το θάνατο επειδή δεν υπάρχει αιώνια καταδίκη, αναμφισβήτητα, αν και ακουσίως, η ιδέα αυτή έχει συντελέσει στη διαμόρφωση της ανωτέρω στάσης. Τον 11ο

αιώνα, στα Ερμηνευτικά του σχόλια στα Ευαγγέλια, και συγκεκριμένα στο Κατά Ματθαίον 22:14 «Διότι πολλοί είναι οι καλεσμένοι, ολίγοι όμως είναι οι εκλεκτοί», ο όσιος Θεοφύλακτος από τη Βουλγαρία έγραψε: «Πολλοί

άνθρωποι εξαπατούν τον εαυτό τους με μία μάταιη ελπίδα, νομίζουν ότι θα κληρονομήσουν τη Βασιλεία των Ουρανών και θα ενωθούν με το χορό των αναπαυόμενων στο ύψος των αρετών, έχοντας υπερβολική ιδέα για τον

εαυτό τους. Πολλοί καλούνται, αφού ο Θεός καλεί πολλούς, μας καλεί, μάλιστα, όλους, όμως λίγοι είναι οι εκλεκτοί, λίγοι σώζονται, λίγοι είναι άξιοι να τους επιλέξει ο Θεός».

Η ομοιότητα μεταξύ της αποκρυφιστικής φιλοσοφίας και της κοινής Προτεσταντικής άποψης αποτελεί ίσως τον κύριο λόγο για τον οποίο έχουν αποβεί τόσο ανεπιτυχείς οι απόπειρες μερικών Ευαγγελικών Προτεσταντών να

κρίνουν τις  σημερινές «μεταθανάτιες» εμπειρίες από την άποψη του «Βιβλικού Χριστιανισμού». Αυτοί οι ίδιοι έχουν χάσει ένα τόσο μεγάλο μέρος της παραδοσιακής χριστιανικής διδασκαλίας για τη μετά θάνατον ζωή, τον

εναέριο κόσμο, και τα έργα και τις πλάνες των δαιμόνων, που οι κριτικές τους είναι συχνά ασαφείς και αυθαίρετες, επίσης η ικανότητα διάκρισης των εμπειριών που εκδηλώνονται σε αυτόν τον κόσμο πολλές φορές δεν είναι

καλύτερη από αυτήν των κοσμικών ερευνητών και τους οδηγεί να εξαπατηθούν όπως κι εκείνοι από απατηλές «χριστιανικές» ή «Βιβλικές» εμπειρίες του εναέριου κόσμου.

Η αληθινή χριστιανική στάση απέναντι στο θάνατο βασίζεται σε μία επίγνωση των κρίσιμων διαφορών ανάμεσα σε αυτήν και την άλλη ζωή. Ο Αρχιεπίσκοπος Μόσχας Μακάριος συνοψίζει τη Βιβλική και Πατερική

διδασκαλία στο θέμα αυτό με τα ακόλουθα λόγια: « Ο θάνατος είναι το απώτατο όριο στο οποίο λήγει η περίοδος του αγώνα για την ύπαρξη και αρχίζει η εποχή της ανταμοιβής, έτσι ώστε μετά θάνατον να καθίσταται

αδύνατη τόσο η μετάνοια όσο και η επανόρθωση της ζωής. Ο Σωτήρας Χριστός εξέφρασε αυτήν την αλήθεια στην παραβολή Του για τον πλούσιο και το Λάζαρο, από την οποία γίνεται φανερό ότι και ο ένας και ο άλλος

έλαβαν την ανταμοιβή τους αμέσως μετά το θάνατο, και ο πλούσιος, άσχετα με το πόσο βασανίστηκε στην κόλαση, δεν μπόρεσε να λυτρωθεί από τα μαρτύριά του μέσω της μετάνοιας : «υπάρχει μεταξύ μας ένα μεγάλο

χάσμα».

Ο θάνατος, επομένως, αποτελεί αυτήν ακριβώς την πραγματικότητα που κάνει τον άνθρωπο να συνειδητοποιήσει τη διαφορά ανάμεσα σε αυτόν και τον άλλο κόσμο και τον παροτρύνει να ζήσει τη ζωή της μετάνοιας και

της κάθαρσης κατά το πολύτιμο χρονικό διάστημα που του δίδεται. Όταν κάποιος αδελφός ρώτησε τον Αββά Δωρόθεο γιατί του συνέβαινε να αισθάνεται ακηδία όταν καθόταν στο κελλί του, εκείνος απάντησε: «Επειδή

ακόμα δε γνώρισες ούτε την ανάπαυση που προσδοκάμε ούτε την κόλαση που μας περιμένει. Γιατί αν ήξερες καλά  αυτά τα δύο, και αν ακόμα το κελλί σου ήταν γεμάτο σκουλήκια, ώστε να είσαι βουτηγμένος σ’ αυτά μέχρι

το λαιμό, θα υπέμενες χωρίς να ακηδιάζεις».

Παρομοίως, ο όσιος Σεραφείμ του Σάρωφ δίδασκε: «Αν γνώριζες τι χαρά και τι γλυκύτητα αναμένει στον ουρανό την ψυχή του δικαίου, τότε θα αποφάσιζες να υπομένεις με ευγνωμοσύνη, σ’ αυτή την πρόσκαιρη ζωή, όλα τα

βάσανα, τους διωγμούς και τις συκοφαντίες, ακόμη και αν το ίδιο το κελί μας ήταν γεμάτο σκουλήκια κι αν ακόμα τα σκουλήκια κατάτρωγαν τις σάρκες μας κατά τη διάρκεια όλης της επίγειας ζωής μας, και τότε, με όλη

μας την καρδιά, έπρεπε να συγκατατεθούμε σ’ αυτό, μόνο και μόνο για να μη στερηθούμε την ουράνια εκείνη χαρά την οποία ετοίμασε ο Θεός γι’ αυτούς που τον αγαπούν».

Η απουσία φόβου εκ μέρους αποκρυφιστών και Προτεσταντών ομοίως, μπροστά στο θάνατο, προέρχεται άμεσα από την απουσία επίγνωσης περί του τι αναμένει τον άνθρωπο στη μέλλουσα ζωή και περί του τι μπορεί να

κάνει σήμερα ώστε να προετοιμαστεί γι’ αυτήν. Αντίθετα, αποτέλεσμα των αληθινών εμπειριών ή οράσεων της μετά θάνατον ζωής είναι να συνταράσσεται ο άνθρωπος μέχρι τα βάθη της ύπαρξής του και, στην περίπτωση

που μέχρι τότε δεν έχει ακολουθήσει μία εν Χριστώ ζωή, να τροποποιεί όλη του τη ζωή ώστε να προετοιμαστεί για αυτήν που θα ακολουθήσει. Όταν ο αγ. Αθανάσιος των Σπηλαίων του Κιέβου πέθανε και επανήλθε στη ζωή

μετά από δύο ημέρες, οι άλλοι μοναχοί «τρομοκρατήθηκαν βλέποντάς τον, άρχισαν τότε να τον ρωτούν πώς είχε γίνει κάτι τέτοιο, και τι είχε δει και ακούσει ενόσω ήταν έξω από το σώμα του. Σε όλες τις ερωτήσεις

απάντησε λέγοντας μόνο: «Σώστε τον εαυτό σας!». Και όταν οι αδελφοί επίμονα τον ρωτούσαν να τους πεί κάτι ψυχωφελές, εκείνος τους συνέστησε την υπακοή και την αδιάκοπη μετάνοια. Αμέσως μετά ο Αθανάσιος

εγκλείστηκε σε ένα σπήλαιο, όπου παρέμεινε συνεχώς επί δώδεκα χρόνια, χύνοντας ακατάπαυστα δάκρυα μέρα και νύχτα, τρεφόμενος με λίγο ψωμί και νερό μέρα παρά μέρα, και μη συζητώντας με κανέναν για όλο εκείνο

το διάστημα. Όταν έφτασε η ώρα του θανάτου του, επανέλαβε στους συγκεντρωμένους αδελφούς τις εντολές του για υπακοή και μετάνοια, και απεβίωσε ειρηνικά εν Κυρίω».

Κατά παρόμοιο τρόπο, στη Δύση, ο Βέδας περιγράφει πως ένας άνδρας από την Νορθούμπρια, αφού ήταν νεκρός για μία ολόκληρη νύχτα, επανήλθε στη ζωή και διηγήθηκε τα εξής: «Ελευθερώθηκα αληθινά από τη σφιχτή

αγκαλιά του θανάτου, και μου επετράπη να ζήσω ανάμεσα στους ανθρώπους και πάλι. Όμως στο εξής πρέπει να υιοθετήσω έναν πολύ διαφορετικό τρόπο ζωής και να εγκαταλείψω τον προηγούμενο». Έδωσε όλα τα

υπάρχοντά του και αποσύρθηκε σε μία μονή. Αργότερα διηγήθηκε ότι είχε δει και τον παράδεισο και την κόλαση, αλλά «αυτός ο άνθρωπος του Θεού δεν επιθυμούσε να συζητήσει γι’ αυτά και για τα άλλα όσα είχε δει, με

ανθρώπους που δε ζούσαν πνευματικά, αλλά μόνο με όσους κατατρύχονταν από το φόβο της τιμωρίας ή χαροποιούνταν από την ελπίδα των αιωνίων αγαλλιάσεων, και ήταν πρόθυμοι να φυλάξουν τα λόγια του στην καρδιά

τους και να ζήσουν στο εξής με αγιότητα».

Ακόμα και στη σημερινή εποχή, η αληθινή εμπειρία του άλλου κόσμου που βίωσε ο συγγραφέας του Unbelievable for many… τον συντάραξε σε τέτοιο βαθμό που άλλαξε εντελώς τη ζωή του, έγινε μοναχός, και προέβη σε

μία καταγραφή των εμπειριών του προς αφύπνιση και άλλων οι οποίοι, όπως κι εκείνος, ζούσαν μέσα στην ψευδή αίσθηση ασφάλειας που τους παρείχε η απουσία πίστης στη μέλλουσα ζωή.

Τέτοιες εμπειρίες απαντώνται πολύ συχνά σε Βίους Αγίων και σε άλλες Ορθόδοξες πηγές, και βρίσκονται σε απόλυτη αντίθεση με τις σύγχρονες εμπειρίες ανθρώπων που έχουν δει τον «παράδεισο» και τον «άλλο κόσμο»

αλλά εξακολουθούν να διατηρούν μία ψευδή αίσθηση ασφάλειας θεωρώντας ότι είναι ήδη «προετοιμασμένοι» για τη μετά θάνατον ζωή και ότι ο ίδιος ο θάνατος δεν είναι καθόλου κάτι που πρέπει να φοβόμαστε.

Η πρωταρχική σπουδαιότητα την ενθύμησης του θανάτου στη χριστιανική ζωή περιγράφεται στο εγχειρίδιο της εν Χριστώ ζωής, την Κλίμακα του αγ. Ιωάννη, ο Εκτός Λόγος της οποίας είναι ειδικά αφιερωμένο στο θέμα

αυτό: «Όπως ο άρτος είναι αναγκαιότερος από κάθε άλλη τροφή έτσι και η σκέψις του θανάτου από κάθε άλλη πνευματική εργασία... Δεν είναι δυνατόν να περάσουμε με ευλάβεια την σημερινή ημέρα, εάν δεν την

λογαριάσωμε σαν την τελευταία της ζωής μας». Η Αγία Γραφή διδάσκει: «Εις όλα τα έργα και τα λόγια σου να ενθυμήσαι πάντοτε το τέλος της ζωής σου,και έτσι ποτέ δεν θα παρασυρθής εις αμαρτίας». Ο

αγ.Βαρσανούφιος από τη Γάζα έδωσε την εξής συμβουλή σε έναν αδελφό: « Ας ενδυναμώνουμε τις σκέψεις μας με την ενθύμηση του θανάτου, την ώρα του οποίου κανείς άνθρωπος δε γνωρίζει. Ας αγωνιζόμαστε να

πράττουμε το καλό πριν αποχωρήσουμε από αυτήν τη ζωή – επειδή δε γνωρίζουμε ποιά ημέρα θα κληθούμε – ώστε να αποφύγουμε να βρεθούμε απροετοίμαστοι και να παραμείνουμε εκτός του νυμφώνος μαζί με τις πέντε

μωρές παρθένες».

Ο μεγάλος Αββάς Ποιμήν, όταν πληροφορήθηκε το θάνατο του αγ. Αρσενίου του Μεγάλου είπε: «Μακάριος είσαι Αββά Αρσένιε, γιατί έκλαψες τον εαυτό σου σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο. Γιατί όποιος δεν κλαίει τον εαυτό του

εδώ κάτω, αιώνια εκεί, στην άλλη ζωή, θα κλαίει. Είτε λοιπόν εδώ θεληματικά είτε εκεί από τις βασάνους, είναι αδύνατο να μην κλάψει.

Μόνον ο άνθρωπος με μία σοβαρή χριστιανική θεώρηση της ζωής μπορεί να τολμήσει να πει, όπως και ο απόστολος Παύλος, ότι «Έχω την επιθυμίαν να πεθάνω και να είμαι μαζί με τον Χριστόν». Μόνον ο άνθρωπος που

έχει ζήσει την εν Χριστώ ζωή του αγώνα και της μετάνοιας, θρηνώντας για τις αμαρτίες του, μπορεί να πει όπως και ο αγ. Αμβρόσιος Μεδιολάνων: «Οι ανόητοι φοβούνται το θάνατο ως το χείριστο των δεινών, αλλά οι

σοφοί τον αναζητούν ως ανάπαυση μετά τον κοπιώδη αγώνα τους και ως το τέλος των δεινών τους».

Ο επίσκοπος Ιγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ καταλήγει στην περίφημη «Ομιλία περί Θανάτου» χρησιμοποιώντας λόγια που ισχύουν και για εμάς επίσης, έναν αιώνα πιο μετά, ως έκκληση για την επιστροφή μας στη μία και

μόνη χριστιανική στάση έναντι του θανάτου, απορρίπτοντας όλες τις ρόδινες αυταπάτες της σημερινής πνευματικής μας κατάστασης καθώς και όλες τις ψευδείς ελπίδες σχετικά με τη φύση της μετά θάνατον ζωής:

« Ας αφυπνίσουμε μέσα μας την ενθύμηση του θανάτου, πηγαίνοντας στα κοιμητήρια, επισκεπτόμενοι τους αρρώστους, παρευρισκόμενοι στο θάνατο και την ταφή των οικείων μας, εξετάζοντας συχνά και ανανεώνοντας

στη μνήμη μας διάφορα περιστατικά θανάτων που έχουμε δεί ή ακούσει... Κατανοώντας τη βραχύτητα της επίγειας ζωής μας και τη ματαιότητα όλων των γήινων αποκτημάτων και προνομίων, κατανοώντας το τρομακτικό

μέλλον που περιμένει αυτούς που έχουν περιφρονήσει το Λυτρωτή και τη λύτρωση και έχουν καθ’ ολοκληρίαν θυσιάσει τον εαυτό τους στην αμαρτία και τη φθορά, ας αποστρέψουμε τους νοερούς οφθαλμούς μας από τη

σταθερή τους προσήλωση στην παραπλανητική και σαγηνευτική ομορφιά του κόσμου τούτου που εύκολα αιχμαλωτίζει την αδύναμη ανθρώπινη καρδιά και την ωθεί στο να την αγαπά και να την υπηρετεί, ας τους

στρέψουμε στο φοβερό αλλά σωτήριο θέαμα του θανάτου που μας περιμένει. Ας θρηνήσουμε για τις αμαρτίες μας όσο ακόμα υπάρχει καιρός, ας πλυθούμε, ας εξαγνισθούμε κλαίοντας και εξομολογούμενοι τις αμαρτίες μας

που είναι καταγεγραμμένες στα βιβλία του Παντοκράτορος. Ας αποκτήσουμε τη χάρη του αγίου Πνεύματος, αυτή τη σφραγίδα, αυτό το σημάδι εκλογής και σωτηρίας, είναι απαραίτητη για την ανεμπόδιστη διέλευση από

τον εναέριο κόσμο και την είσοδο στις ουράνιες πύλες και κατοικίες... Αλίμονο, εσείς που εξοριστήκατε από τον παράδεισο! Σκοπός της ζωής μας στη γή δεν είναι οι απολαύσεις, ούτε οι εορτασμοί, ούτε οι διασκεδάσεις,

αλλά η προσπάθεια, μέσω της πίστης, της μετανοίας και του Σταυρού, να συντρίψουμε το θάνατο όπως εκείνος μας έχει συντρίψει και να ανακτήσουμε το χαμένο Παράδεισο! Είθε ο φιλεύσπλαχνος Θεός να δωρίσει στους

αναγνώστες αυτής της Ομιλίας, και σε εκείνον που τη συνέταξε, μνήμη θανάτου, και με τη μνήμη αυτή, την απονέκρωσή τους απέναντι σε οτιδήποτε μάταιο, και ζώντας μία ζωή με στόχο την αιωνιότητα, να αποβάλουν το

φόβο όταν έρθει η ώρα του θανάτου και να εισέλθουν στην ευλογημένη, αιώνια, αληθινή ζωή. Αμήν.»

Σύνοψη της Ορθόδοξης διδασκαλίας περί της πορείας της ψυχής μετά το θάνατο

Στα πρώτα εννέα κεφάλαια αυτού του βιβλίου προσπαθήσαμε να παρουσιάσουμε μερικές από τις βασικές πλευρές της Ορθόδοξης Χριστιανικής άποψης για τη μετά θάνατον ζωή, αντιπαραθέτοντάς τες με την ευρέως

διαδεδομένη σύγχρονη άποψη καθώς και με παλαιότερες δυτικές απόψεις οι οποίες για διάφορους λόγους διαχωρίστηκαν από την αρχαία χριστιανική διδασκαλία. Στη Δύση η αυθεντική Ορθόδοξη διδασκαλία περί αγγέλων,

περί του εναέριου κόσμου των πεπτωκότων πνευμάτων, περί της φύσης των επαφών του ανθρώπου με πνεύματα, περί παραδείσου και κόλασης,  έχει χαθεί ή διαστρεβλωθεί, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα το να αποδίδεται

μία τελείως παραπλανητική ερμηνεία στις σημερινές «μεταθανάτιες» εμπειρίες. Η Ορθόδοξη Χριστιανική διδασκαλία αποτελεί τη μόνη επαρκή απάντηση σε αυτήν την ψευδή ερμηνεία.

Η πολύ περιορισμένη έκταση του βιβλίου δε μας παρείχε τη δυνατότητα να παρουσιάσουμε την πλήρη Ορθόδοξη διδασκαλία περί του άλλου κόσμου και της μετά θάνατον ζωής. Αρκεστήκαμε στην ελάχιστη αναγκαία

παράθεση τμημάτων αυτής της διδασκαλίας ώστε να απαντήσουμε στα ερωτήματα που δημιουργούνται από τις σημερινές «μεταθανάτιες» εμπειρίες, και να γνωρίσουμε στους αναγνώστες τα Ορθόδοξα κείμενα που

περιέχουν αυτήν τη διδασκαλία. Στο παρόν κεφάλαιο, εν κατακλείδι, θα παρουσιάσουμε μία τελική περίληψη της Ορθόδοξης διδασκαλίας  ειδικά περί της πορείας της ψυχής μετά το θάνατο. Η περίληψη αυτή συνίσταται

από ένα άρθρο που έγραψε ένα χρόνο πριν το θάνατό του ο Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης Μαξίμοβιτς, ένας από τους τελευταίους μεγάλους Ρώσους Ορθόδοξους θεολόγους της εποχής μας. Τα λόγια του παρατίθενται εδώ με

πλάγιους τυπογραφικούς χαρακτήρες, ενώ μεταξύ των παραγράφων παρεμβάλλονται με τους συνηθισμένους τυπογραφικούς χαρακτήρες επεξηγηματικοί τίτλοι, σχόλια και συγκρίσεις, καθώς και αποσπάσματα από έργα

διαφόρων Αγίων Πατέρων.




------------


Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 comments :

Post a Comment

 
eXTReMe Tracker

Category 3

[Valid Atom 1.0]

ΣΧΟΛΙΑ

TRANSLATE


RECENT POSTS

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Followers

| ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ © 2009. All Rights Reserved | Template Style by My Blogger Tricks .com | Design by Brian Gardner | Back To Top |