Showing posts with label σύμβολο πίστης. Show all posts
Showing posts with label σύμβολο πίστης. Show all posts

11:05 AM

27 - Τό Σύμβολο τής πίστεως

0 comments


ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Τό βιβλίο αὐτό γράφτηκε ἀπό μιά ἔντονη ἐπιθυμία, πού ἀπό πολύ παλαιά εἴχαμε, νά δώσουμε στή δημοσιότητα μιά σύντομη ἐξήγηση τῶν δογματικῶν ἀληθειῶν τῆς πίστεως, ὅπως αὐτές περιέχονται στό ἱερό Σύμβολο τῆς Πίστεώς μας. Ξεκινήσαμε ἀπό τή βασική ἀρχή ὅτι τό χριστεπώνυμο πλήρωμα τῆς ᾿Εκκλησίας πρέπει νά γνωρίζει τά δόγματα τῆς πίστεώς του καί νά τ᾿ ἀγαπᾶ σάν τόν πολυτιμότερο θησαυρό πού μπορεῖ νά ἀποκτήσει πάνω στή γῆ, θησαυρό πού δέν χάνεται, ἀλλ᾿ εἶναι ταμιευμένος στίς πνευματικές τράπεζες τοῦ οὐρανοῦ. Γιατί ἔτσι μονάχα θά εἶναι σέ θέση νά τά ὑπερασπίζεται ἀπό τίς προσβολές τῶν αἱρέσεων καί τῶν ἄλλων θεωρημάτων τοῦ κόσμου πού κινοῦνται ἔξω καί ἐνάντια στήν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου, καί εἶναι τόσο συχνά στήν ταλαίπωρη ἐποχή πού ζοῦμε καί στόν τόπο μας· κυρίως ὅμως νά τά θέτει ἐνσυνείδητα ὡς κανονιστική ἀρχή τῆς ζωῆς του, ὡς θεμέλιο τῆς πνευματικῆς του οἰκοδομῆς, μέχρις ὅτου καταντήσει εἰς «ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ»1.

Τό βιβλίο γράφτηκε στήν ἁπλή δημοτική –πού δέν εἶναι πάντα συνεπής– ὅσο πιό ἁπλά γίνεται, ἔτσι πού νά διαβάζεται ἄνετα ἀπό ὅλους καί νά τραβᾶ τήν προσοχή τοῦ ἀναγνώστη.

῾Η μέθοδος ἐκθέσεως πού ἀκολουθοῦμε εἶναι ἡ κατ᾿ ἄρθρον ἑρμηνεία τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως. Στό τέλος δέν παραλείπουμε νά ποῦμε λίγα λόγια καί γιά τό Νόμο τοῦ Θεοῦ πού εἶναι τόσο βαθιά συνυφασμένος μέ τό δόγμα, ὅπως δόθηκε στόν ἄνθρωπο ἀπό τόν Θεό στό ὄρος Σινᾶ κατά τήν παλαιά οἰκονομία, καί στήν ἐπί τοῦ ῎Ορους ὁμιλίαν τοῦ Κυρίου, κατά τή λυτρωτική οἰκονομία τῆς χάριτος.

Γιά τίς τυχόν παραλείψεις, τά λάθη καί τίς ἀδυναμίες πού εἶναι ἀναπόφευκτα σ᾿ ἕνα τέτοιο ἐγχείρημα, ζητᾶμε τήν ἐπιείκεια τοῦ ἀναγνώστη. 

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

    Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν, Πατέρα, παντοκράτορα, ποιητήν οὐρανοῦ καί γῆς, ὁρατῶν τε πάντων καί ἀοράτων.
    Καί εἰς ἕνα Κύριον ᾿Ιησοῦν Χριστόν, τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ τόν μονογενῆ, τόν ἐκ τοῦ Πατρός γεννηθέντα πρό πάντων τῶν αἰώνων. Φῶς ἐκ φωτός, Θεόν ἀληθινόν ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ γεννηθέντα οὐ ποιηθέντα, ὁμοούσιον τῷ Πατρί, δι᾿ οὗ τά πάντα ἐγένετο.
    Τόν δι᾿ ἡμᾶς τούς ἀνθρώπους καί διά τήν ἡμετέραν σωτηρίαν κατελθόντα ἐκ τῶν οὐρανῶν καί σαρκωθέντα ἐκ Πνεύματος ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου καί ἐνανθρωπήσαντα.
    Σταυρωθέντα τε ὑπέρ ἡμῶν ἐπί Ποντίου Πιλάτου καί παθόντα καί ταφέντα.
    Καί ἀναστάντα τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ κατά τάς Γραφάς.
    Καί ἀνελθόντα εἰς τούς οὐρανούς καί καθεζόμενον ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρός.
    Καί πάλιν ἐρχόμενον μετά δόξης κρῖναι ζῶντας καί νεκρούς, οὗ τῆς βασιλείας οὐκ ἔσται τέλος.
    Καί εἰς τό Πνεῦμα τό ἅγιον, τό κύριον, τό ζωοποιόν, τό ἐκ τοῦ Πατρός ἐκπορευόμενον, τό σύν Πατρί καί Υἱῷ συμπροσκυνούμενον καί συνδοξαζόμενον, τό λαλῆσαν διά τῶν προφητῶν.
    Εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικήν καί ἀποστολικήν ᾿Εκκλησίαν.
    ῾Ομολογῶ ἕν βάπτισμα εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν.
    Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν.
    Καί ζωήν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. ᾿Αμήν.



Τό σύμβολο στήν ἀρχαία ἐποχή εἶχε δύο ἔννοιες βασικές. ᾿Αφ᾿ ἑνός λαμβανόταν σάν σημεῖο πού αἰσθητοποιεῖ γεγονότα καί ἀλήθειες ἀφηρημένες καί μεταφυσικές. ῾Ο σταυρός, λόγου χάρη, ἦταν σημεῖο τῆς λυτρωτικῆς νίκης τοῦ Χριστοῦ κατά τοῦ θανάτου· ὁ ἀμνός (τό πρόβατο) σήμαινε τόν ᾿Αμνό τοῦ Θεοῦ (τόν Χριστό), «τόν αἴροντα τάς ἁμαρτίας τοῦ κόσμου»2· ἡ ναῦς (τό πλοῖο) σήμαινε τήν ᾿Εκκλησία πού ποντοπορεῖ στή θάλασσα τοῦ βίου κατευθυνόμενη πρός τό λιμάνι τοῦ οὐρανοῦ· ἡ ἄγκυρα, τή χριστιανική ἐλπίδα3· ὁ ἰχθύς (τό ψάρι), τό πρόσωπο καί τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ (ἀκροστιχίδα· ᾿Ιησοῦς Χριστός Θεοῦ Υἱός Σωτήρ), κ.ἄ. ᾿Αφ᾿ ἑτέρου, λαμβανόταν ὡς σημεῖο δηλωτικό τῆς ταυτότητος ἑνός προσώπου ἤ ἑνός πράγματος. Τήν ἔννοιαν αὐτήν εἶχεν ὁ ὅρος καί στήν ἀρχαίαν ἑλληνική γραμματεία. ῎Ετσι δύο πρόσωπα συνάπτοντα ἐμπορική συμφωνίαν ἔπαιρναν ἕναν ἀστράγαλο, τόν ἔκοβαν σέ δύο ἴσα μέρη, ἔπαιρναν τό καθένα ἀπό ἕνα μέρος καί ἀποχωροῦσαν. ῞Οταν ἀργότερα συναντιώντουσαν, τό κάθε πρόσωπο παρουσίαζε τό μέρος πού κατεῖχε, ἕνωναν τά δύο μέρη τοῦ ἀστραγάλου, καί ἄν αὐτά ἐφήρμοζαν, αὐτό σήμαινε ὅτι ὁ κάτοχος τοῦ ἀστραγάλου ἦταν τό συμβαλλόμενο μέρος, ὁπότε ἡ συμφωνία ἐθεωρεῖτο ἰσχύουσα (ὦὸὖὖὸἶὰ ῍῏ὖἆἂὦὰ῝ἂὦὰὦἂὖ)4. Τήν ἴδια ἔννοιαν εἶχε τό σύμβολο καί στήν ἀρχαίαν ἐκκλησιαστική γραμματεία. ᾿Εδῶ ἡ ἔννοια τῆς ταυτότητος ἐλάμβανε τή μορφή συμβόλων5, σύντομων ὁμολογιῶν πίστεως (τριαδικῆς ἤ χριστολογικῆς ὑφῆς), στίς ὁποῖες καταχωροῦνταν βασικές ἀλήθειες τῆς πίστεως, ἡ ὁμολογία τῶν ὁποίων δήλωνε τή χριστιανική ταυτότητα τοῦ ὁμολογοῦντος αὐτές προσώπου. ῾Η ὁμολογία αὐτή διεχώριζεν αὐτόματα τόν χριστιανό ἀπό τούς εἰδωλολάτρες, οἱ ὁποῖοι εἶχαν διαφορετική πίστη καί διαφορετικές θρησκευτικές πεποιθήσεις.

Τήν ἔννοια τῆς ὁμολογιακῆς ταυτότητος φέρουν καί τά λεγόμενα συμβολικά κείμενα ἤ μνημεῖα τῶν διαφόρων χριστιανικῶν ῾Ομολογιῶν καί ᾿Εκκλησιῶν. Στά κείμενα αὐτά, πού δέν ἔχουν ὅλα τήν ἴδια ἀξία (ἔτσι στό Ρωμαιοκαθολικισμό τό κῦρος τους εἶναι μικρότερο τοῦ κύρους τῆς διδακτικῆς αὐθεντίας τοῦ Πάπα, ἐνῶ στή Διαμαρτύρηση ἡ ἀξία τους εἶναι περιορισμένη, προσδιοριζόμενη ἀπό τόν προτεσταντικόν ὑποκειμενισμό καί φιλελευθερισμό), καταχωροῦνται στίς βασικές τους γραμμές τά σχετικά δόγματα αὐτῶν, ἡ ὁμολογία τῶν ὁποίων δηλώνει τήν ἐκκλησιολογική ταυτότητα τοῦ ὁμολογοῦντος, ἄν εἶναι δηλαδή ᾿Ορθόδοξος, Ρωμαιοκαθολικός ἤ Προτεστάντης.

Κυρίαρχη θέση στά ἐκκλησιαστικά σύμβολα κατέχουν οἱ δογματικοί ὅροι τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Εἶναι σύντομες προτάσεις πίστεως, στίς ὁποῖες ἡ ᾿Εκκλησία διατυπώνει τά βασικά δόγματα τῆς πίστεώς της σέ μιά διπλή προοπτική· ἀπό τή μιά μεριά νά πληροφορήσει ἐπίσημα τούς πιστούς περί τῆς δογματικῆς διδασκαλίας της, καί ἀπό τήν ἄλλη νά ἀποκρούσει τίς αἱρέσεις, πού κάθε φορά προσπαθοῦσαν νά ἀλλοιώσουν τή δογματική πίστη της. Οἱ ὅροι τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων εἶναι κείμενα αὐθεντικά καί ἀλάθητα. Σ᾿ αὐτά ὁμιλεῖ τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, πού ὁδηγεῖ τήν ᾿Εκκλησίαν «εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν»6. ῾Η Οἰκουμενική Σύνοδος, στήν ὁποίαν ἐκπροσωπεῖται ἡ Καθολική ᾿Εκκλησία στό σύνολο τῶν ἐπισκόπων της, εἶναι τό ὄργανο ἐκφράσεως τῆς ἀλάθητης φωνῆς τῆς ᾿Εκκλησίας, ἡ ὁποία εἶναι ἀλάθητη στό μέτρο πού ἀλάθητος εἶναι καί ὁ Χριστός, ἡ ἀόρατη καί μυστική της κεφαλή. ῾Επομένως οἱ συνοδικοί ὅροι εἶναι κείμενα αἰώνια καί ἀμετακίνητα καί ἀπολύτως δεσμευτικά τῆς πίστεως τῆς ᾿Εκκλησίας. Κανένας δέν ἔχει τό δικαίωμα νά τά ἀλλοιώσει7· οὔτε μία συλλαβή, ἕνα ἁπλό κόμμα δέν μπορεῖ νά προσθέσει ἤ νά ἀφαιρέσει ἀπό αὐτά. Εἶναι γνωστόν ἄλλωστε πόσο τραγική ὑπῆρξεν ἡ ἀλλοίωση τοῦ Συμβόλου Νικαίας - Κων/πόλεως, τήν ὁποίαν ἔκαμε ἡ Δυτική ᾿Εκκλησία διά τῆς προσθήκης εἰς αὐτό τῆς φράσεως ᾂ῝ἂ῏ἦ῟ὸ (= καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ), ἀναφορικά μέ τήν ἐκπόρευση τοῦ παναγίου Πνεύματος, καί ἡ ὁποία (προσθήκη) ἐπέφερε τόση ἀναστάτωση στίς σχέσεις τῶν ᾿Εκκλησιῶν ᾿Ανατολῆς καί Δύσεως, τίς ὁποῖες τελικά διεχώρισε. ᾿Αφ᾿ ἑτέρου ἡ ὀρθή ὁμολογία πίστεως εἶναι ἀπαραίτητη πρός σωτηρίαν. Αὐτός πού τήν ἀπορρίπτει ἤ τή διαστρέφει ἀποκόπτεται αὐτόματα ἀπό τήν ᾿Εκκλησία καί, ἄν δέν μετανοήσει, χάνει τήν ψυχή του.

Στήν ᾿Ορθόδοξη Καθολική ᾿Εκκλησία τό σημαντικότερο ὅλων τῶν συμβόλων εἶναι τό τῆς Νικαίας - Κων/πόλεως. Λέγεται ἔτσι γιατί διατυπώθηκε σέ δύο φάσεις· πρῶτα στή Νίκαια τῆς Βιθυνίας τό 325 (διατυπώθηκαν τά ἑπτά πρῶτα ἄρθρα του) καί ἔπειτα στήν Κωνσταντινούπολη τό 381 (διατυπώθηκαν τά πέντε τελευταῖα. Συνολικά δώδεκα ἄρθρα). Τό Σύμβολο αὐτό διατυπώθηκε εὐκαιριακά. ᾿Αφορμή πρός τοῦτο ἔδωκεν ἡ κακοδοξία τοῦ ᾿Αρείου. ῾Ο ῎Αρειος ἦταν πρεσβύτερος τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς ᾿Αλεξανδρείας, μέ ἐπιβλητικό παράστημα καί εὔγλωττος. Εἶχε εὐρεῖα μόρφωση καί ἐγνώριζε καλῶς τίς ἅγιες Γραφές. ῞Οπως δέ συμβαίνει μέ ὅλους τούς αἱρετικούς, ἦταν ἀλαζονικός καί φίλερις. ᾿Επηρεαζόμενος ἀπό τήν ἑλληνική φιλοσοφία (αὐτό παρατηρεῖται κατά κανόνα σέ ὅλους τούς αἱρετικούς), ἄρχισε νά κάνει κακή ἑρμηνεία τῆς Γραφῆς. ῎Ετσι, δυσκολευόμενος νά συμβιβάσει τήν ἰδέα τῆς ἑνότητος τῆς οὐσίας τοῦ Θεοῦ μέ τήν πολλότητα τῶν ὑποστάσεών του (κατά τό Νεοπλατωνισμό ὅλα τά ὄντα ἀπορρέουν καθοδικῶς ἀπό τήν πρώτη ἀρχή καί εἶναι κατώτερα καί διαφορετικά ἀπό τήν ἑκάστοτε ἀρχή ἀπό τήν ὁποία προέρχονται), διά νά περισώσει τήν ἑνότητα τῆς πρώτης ἀρχῆς (τῆς οὐσίας τοῦ Θεοῦ) ἀπό τήν πολλότητα τῶν προσώπων, ἐδίδαξε ὅτι ὁ Υἱός καί τό Πνεῦμα δέν εἶναι ὑποστάσεις ὁμοούσιες μέ τόν Πατέρα, ἀλλά προέρχονται ἀπ᾿ αὐτόν δημιουργικῶς, εἶναι δηλαδή κτίσματα. Μέ τή διδασκαλία του αὐτή ἔπληττε καίρια τή θεότητα τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ ἁγ. Πνεύματος, στήν ὁποία στηρίζεται ἡ πίστη καί τό ἔργο τῆς ᾿Εκκλησίας. ῾Ο κίνδυνος ἦταν ἄμεσος. Μετά ἀπό ἄκαρπες προσπάθειες διαλόγου μέ τόν αἱρεσιάρχη καί ἀφοῦ στό μεταξύ τό ζήτημα ἄρχισε νά παίρνει ἀνησυχητικές διαστάσεις, ἡ ᾿Εκκλησία μέ πρωτοβουλία τοῦ Κράτους συνεκάλεσε στή Νίκαια τῆς Βιθυνίας τήν πρώτη της Οἰκουμενική Σύνοδο (325), ἡ ὁποία ἐπελήφθη τοῦ ἀνακύψαντος ζητήματος καί κατεδίκασε τό πρόσωπο καί τή διδασκαλία τοῦ αἱρεσιάρχη, διατυπώσασα ἐπίσημα τήν περί τοῦ Χριστοῦ πίστη της.

Τό Σύμβολο Νικαίας - Κων/πόλεως ἀποτελεῖ αὐθεντική διατύπωση τῆς δογματικῆς διδασκαλίας τῆς ᾿Εκκλησίας. Περιέχει συνεπτυγμένως τά κύρια σημεῖα τῆς πίστεως, ἡ ὁμολογία τῶν ὁποίων εἶναι ἀπαραίτητη πρός σωτηρίαν. Εἶναι –θά λέγαμε– ἡ πρώτη ἐπίσημη Δογματική τῆς ᾿Εκκλησίας. Σ᾿ αὐτήν ὁμιλεῖ τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο μέ τήν ἐπίπνοιά του καθοδηγοῦσε τούς ἁγίους συνοδικούς, ἐν μέσω πολλῶν συζητήσεων, στόν ἐντοπισμό τῆς θείας ἀλήθειας καί στήν ἀλάθητη διατύπωση τοῦ δογματικοῦ ὅρου τῆς Συνόδου. ᾿Από τήν ἄποψη αὐτή, καί δεδομένου ὅτι εἶναι τό ἀρχαιότατο δογματικό μνημεῖο τῆς παραδόσεως τῆς ᾿Εκκλησίας, στό ὁποῖο βρῆκε ἀπήχηση ἡ καθολικότητα τῆς χριστιανικῆς πίστεως καί μάλιστα σέ ἀντιπαράθεση μέ μιά τόσο κραυγαλέα αἱρετική κακοδοξία, τό Σύμβολο Νικαίας - Κων/πόλεως τιμᾶται ὑπερβαλλόντως στήν ᾿Ορθοδοξία, τοποθετούμενο πιό πάνω ἀπό τά δύο ἄλλα φερόμενα ὡς Οἰκουμενικά Σύμβολα, τό ᾿Αποστολικό8 καί τό ᾿Αθανασιανό9. ῾Η μεγάλη τιμή καί τό κῦρος πού ἀπολαμβάνουν τά Οἰκουμενικά Σύμβολα γενικά, καί κατ᾿ ἐπέκταση οἱ δογματικοί ὅροι τῶν Οἰκ. Συνόδων, ἐξηγεῖται ἀπό τή μεγάλη ἀξία πού ἔχουν οἱ δογματικές ἀλήθειες τῆς πίστεως διά τή ζωή τῆς ᾿Εκκλησίας. Τά δόγματα εἶναι συνοπτικοί αὐθεντικοί τύποι τῆς θείας ἀποκαλύψεως, τήν ὁποίαν ἐφανέρωσε στόν κόσμον ὁ σαρκωθείς Λόγος τοῦ Θεοῦ. Καί ἐπειδή ἡ ἀποκαλυφθεῖσα θεία ἀλήθεια εἶναι λυτρωτική10, ἐλευθερώνει δηλαδή τόν ἄνθρωπον ἀπό τή σκοτεινότητα τῆς ἁμαρτίας καί τόν ὁδηγεῖ στό φῶς τῆς θείας ζωῆς, ἔτσι καί τά δόγματα τῆς πίστεως εἶναι στό ἴδιο μέτρο λυτρωτικά, ὡς ἀπήχηση τῆς σωστικῆς ἀλήθειας τῆς θείας ἀποκαλύψεως, τήν ὁποίαν ἐπιμελῶς φυλάσσει καί αὐθεντικῶς ἑρμηνεύει καί διδάσκει ἡ ᾿Εκκλησία. Δόγματα δέ, δέν εἶναι μονάχα ὅσα ἐπισήμως διετύπωσεν ἡ ᾿Εκκλησία σέ Συνόδους Οἰκουμενικές11, ἡ διατύπωση τῶν ὁποίων –ὅπως εἴπαμε– ἔχει χαρακτήρα εὐκαιριακό, προκληθέντα ἀπό τίς ἐπιθέσεις τῶν αἱρέσεων, ἀλλά καί ὅλες οἱ ἄλλες ἀλήθειες τῆς πίστεως, οἱ ὁποῖες, ἐπειδή δέν ἔτυχαν αἱρετικῆς προσβολῆς, δέν δόθηκε εὐκαιρία νά διατυπωθοῦν συνοδικῶς ἀπό τήν ᾿Εκκλησία, καί οἱ ὁποῖες φέρονται ἀποτυπωμένες στά γραπτά μνημεῖα τῆς δογματικῆς της παραδόσεως καί γενικά στήν καθολική συνείδηση καί τό ἔργο της.

Τό ὀρθόδοξο πλήρωμα μεγάλως τιμᾶ τό ἱερό Σύμβολο τῆς Πίστεώς του, τό ὁποῖο κατέχει κεντρική θέση στήν ἐκκλησιαστική συνείδηση καί τή λατρεία του. Αὐτό ὅμως δέν ἀρκεῖ. Εἶναι ἀνάγκη παράλληλα νά ἔχει καί φωτισμένη γνώση τῶν δογματικῶν ἀληθειῶν12, τίς ὁποῖες αὐτό περιλαμβάνει. ῾Η γνώση αὐτή εἶναι πολύ ὠφέλιμη γιά τήν πνευματική του ὁλοκλήρωση, εἶναι δέ ὁμόλογη μέ τή βαθειά σχέση πού ὑπάρχει μεταξύ δόγματος καί ἤθους13. Τά δόγματα δέν εἶναι ἁπλοί λογικοί τύποι, ξηρές διανοητικές διατυπώσεις τίς ὁποῖες μπορεῖ νά βρεῖ αὐτοδύναμα ὁ ἄνθρωπος μέ τό μυαλό του, ἀλλά λόγος Θεοῦ, γεμάτος δύναμη καί ζωή, τό φῶς τῆς θείας ἀλήθειας πού λυτρώνει τόν ἄνθρωπο ἀπό τό ψεῦδος καί τήν πλάνη τῆς ἁμαρτίας. Εἶναι ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ. Εἶναι τό λυχνάρι τοῦ Πνεύματος τό ὁποῖο διώχνει τά σκοτάδια, ἀφανίζει τήν πνευματικήν ἀγνωσία πού ὑπῆρξεν ὁ κύριος καρπός τῆς ἀρχαίας ἀποπλανήσεως τοῦ ἀνθρώπου στήν ᾿Εδέμ. Τό δόγμα εἶναι τό θεμέλιο τῆς πνευματικῆς ζωῆς. ῾Η ἠθική, ὡς ρυθμιστικός κανόνας ζωῆς, γιά νά εἶναι σωστή καί ὁλοκληρωμένη, πρέπει νά φωτίζεται ἀπό τό φῶς τῆς θείας ἀλήθειας, ὅπως μᾶς τή φανέρωσε ὁ Κύριος καί τή διδάσκει ἡ ἁγία ᾿Εκκλησία του. ᾿Αλλιώτικα, θά εἶναι ἔργο ρηχό, γεμάτο δεισιδαιμονίες καί πλάνες, μιά ἠθική στεγνή καί ἐγκεφαλική πού θά στερεῖται τή δροσιά καί τή ζωτική ἰκμάδα τοῦ ἀληθινοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ· μιά ἠθική πού θά εἶναι σέ τελική ἀνάλυση βλαπτική καί θά νοθεύει τό γνήσιο πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου, περιοριζόμενη σέ τυπικισμούς καί στεῖρες ἐξωτερικές ἀπομιμήσεις. Δόγμα καί ἦθος στήν αὐθεντικότητά τους εἶναι δίδυμο ρωμαλέο, γεμάτο δύναμη καί ζωή. Τό δόγμα εἶναι τό λυχνάρι τοῦ ἤθους, ἡ ζωτική ρίζα του. Τό ἦθος εἶναι ὁ καρπός τοῦ δόγματος, ἡ πιστοποίηση τῆς ἀλήθειας καί τῆς δυνάμεώς του. Τά δύο αὐτά πρέπει νά εἶναι συνταιριασμένα καί ἀδιαχώριστα, νά συνυπάρχουν σέ μιά ἁρμονική ἑνότητα, νά περιχωροῦνται καί ν᾿ ἀλληλοπροσδιορίζονται. ᾿Ορθή πίστη καί γνήσια εὐαγγελική ζωή ἀποτελοῦν τά δύο βάθρα πάνω στά ὁποῖα στηρίζεται ἀκλόνητα ἡ σωτηρία. ῞Οταν τό ἕνα ἀπ᾿ αὐτά ἀπουσιάζει, χωλαίνει ἐπικίνδυνα ἡ πνευματική ζωή καί κινδυνεύει τελικά ἡ σωτηρία.
Read More ->>
 
eXTReMe Tracker

Category 3

[Valid Atom 1.0]

ΣΧΟΛΙΑ

TRANSLATE


RECENT POSTS

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Followers

| ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ © 2009. All Rights Reserved | Template Style by My Blogger Tricks .com | Design by Brian Gardner | Back To Top |